Υγιεινή Διατροφή: O Φίλος της Καρδιάς μας
Η τροποποίηση των προδιαθεσικών παραγόντων με την υγιεινοδιαιτητική αγωγή αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο στην πρόληψη και θεραπεία της καρδιαγγειακής νόσου. Η υγιεινοδιαιτητική αγωγή, όμως, αν και τονίζεται από τους θεράποντες ιατρούς, ίσως όχι στον βαθμό που θα έπρεπε, δεν έχει πάντα την ίδια αποδοχή, όπως η φαρμακευτική θεραπεία εκ μέρους των δυσλιπιδαιμικών ατόμων. Πρωταρχικό στόχο της υπολιπιδαιμικής θεραπείας αποτελεί η LDL (κακή ή LDL-C) χοληστερόλη, της οποίας μείωση κατά 1,8 mg/dl μειώνει τον καρδιαγγειακού κινδύνου κατά 1%. Η υγιεινοδιαιτιτική αγωγή βελτιώνει επίσης την HDL (καλή ή HDL-C) χοληστερόλη και τα τριγλυκερίδια με αποτέλεσμα, επιπλέον μείωση του καρδιαγγειακού κινδύνου.
Τα κεκορεσμένα λίπη που βρίσκονται στο κόκκινο κρέας και στα πλήρη γαλακτοκομικά προϊόντα πρέπει να αποτελούν μέχρι το 7% των ημερησίως προσλαμβανομένων θερμίδων. Το 20% αυτών πρέπει να καλύπτεται από μονοακόρεστο λίπος όπως το ελαιόλαδο, που μειώνει τον καρδιαγγειακό κίνδυνο. Η αντικατάσταση του κεκορεσμένου απο μονοακόρεστο λίπος στη διατροφή, μειώνει ελαφρώς την LDL- C, μειώνει σημαντικά τα τριγλυκερίδια και δεν μειώνει την HDL- C, βελτιώνοντας την εικόνα των λιπιδίων. Διατροφή πλούσια σε μονοακόρεστα και φτωχή σε κεκορεσμένα, όπως η μεσογειακή, μειώνει τα τργλυκερίδια, αυξάνει την HDL- C, έχει ευεργετική επίδραση στην φλεγμονή, το σωματικό βάρος και στο ενδοθήλιο. Μελέτες έδειξαν ότι, μετά από οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου, η μεσογειακή διατροφή, σε σχέση με την συνηθισμένη δυτικού τύπου διατροφή, μείωσε 50-70% τα νέα καρδιακά επεισόδια. Τα πολυακόρεστα λίπη πρέπει να καλύπτουν το 10% των ολικών θερμίδων.
Η αντικατάσταση των κεκορεσμένων από πολυακόρεστα μειώνει τον καρδιαγγειακό κίνδυνο, μειώνοντας την LDL- C, τα τριγλυκερίδια, αλλά και την HDL- C. Στα πολυακόρεστα ανήκουν τα ω3 λιπαρά οξέα , που ευρίσκονται κυρίως στα ψάρια και μάλιστα στα λιπαρά. Επιδημιολογικές μελέτες έδειξαν, ότι η κατανάλωση ιχθυελαίων μειώνει τον κίνδυνο θανατηφόρου και μη καρδιαγγειακού επεισοδίου και στην δευτερογενή πρόληψη μειώνει 29% και 20% τον κίνδυνο ολικής θνησιμότητας και 47% τον κίνδυνο αιφνιδίου θανάτου που απεδόθει κυρίως στην αντιαρρυθμική τους δράση, όπως έδειξαν δύο μελέτες, η DART και η GISSI Prevenzione Study. Προσοχή χρειάζεται στην κατανάλωση των κεκορεσμένων λιπων που προέρχονται απο υδρογόνωση ακορέστων λιπών (Τρανς Λιπαρά Οξέα) και ευρίσκονται σε μαργαρίνες, μπισκότα και τηγανισμένα πατατάκια.
Η κατανάλωσή τους αυξάνει την χοληστερόλη, την LDL- C και μειώνει την HDL- C. Αύξηση κατά 2% της προσλαμβανόμενης ενέργειας από τρανς λιπαρά οξέα αυξάνει την επίπτωση της στεφανιαίας νόσου κατά 23%, έτσι η συνιστώμενη κατανάλωση αυτών είναι μικρότερη του 1% των προσλαμβανομένων θερμίδων. Η ημερήσια πρόσληψη χοληστερόλης, πηγές της οποίας είναι τα αυγά, τα γαλακτοκομικά και το κρέας, πρέπει να είναι μέχρι 200 mg. Είναι γνωστό, ότι αύξηση της κατανάλωσης κατά 100 mg ημερησίως αυξάνει την ολική χοληστερόλης του αίματος κατά 2,4mg/dl και την LDL- C κατά 2,1 mg/dl. Όσον αφορά τους υδατάνθρακες και τις πρωτεΐνες πρέπει να καλύπτουν το 50-60% και το 15% των ημερησίων θερμίδων αντίστοιχα.
Χριστόδουλος Ι. Στεφανάδης
Καθηγητής Καρδιολογίας
Πρόεδρος Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών
Τα κεκορεσμένα λίπη που βρίσκονται στο κόκκινο κρέας και στα πλήρη γαλακτοκομικά προϊόντα πρέπει να αποτελούν μέχρι το 7% των ημερησίως προσλαμβανομένων θερμίδων. Το 20% αυτών πρέπει να καλύπτεται από μονοακόρεστο λίπος όπως το ελαιόλαδο, που μειώνει τον καρδιαγγειακό κίνδυνο. Η αντικατάσταση του κεκορεσμένου απο μονοακόρεστο λίπος στη διατροφή, μειώνει ελαφρώς την LDL- C, μειώνει σημαντικά τα τριγλυκερίδια και δεν μειώνει την HDL- C, βελτιώνοντας την εικόνα των λιπιδίων. Διατροφή πλούσια σε μονοακόρεστα και φτωχή σε κεκορεσμένα, όπως η μεσογειακή, μειώνει τα τργλυκερίδια, αυξάνει την HDL- C, έχει ευεργετική επίδραση στην φλεγμονή, το σωματικό βάρος και στο ενδοθήλιο. Μελέτες έδειξαν ότι, μετά από οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου, η μεσογειακή διατροφή, σε σχέση με την συνηθισμένη δυτικού τύπου διατροφή, μείωσε 50-70% τα νέα καρδιακά επεισόδια. Τα πολυακόρεστα λίπη πρέπει να καλύπτουν το 10% των ολικών θερμίδων.
Η αντικατάσταση των κεκορεσμένων από πολυακόρεστα μειώνει τον καρδιαγγειακό κίνδυνο, μειώνοντας την LDL- C, τα τριγλυκερίδια, αλλά και την HDL- C. Στα πολυακόρεστα ανήκουν τα ω3 λιπαρά οξέα , που ευρίσκονται κυρίως στα ψάρια και μάλιστα στα λιπαρά. Επιδημιολογικές μελέτες έδειξαν, ότι η κατανάλωση ιχθυελαίων μειώνει τον κίνδυνο θανατηφόρου και μη καρδιαγγειακού επεισοδίου και στην δευτερογενή πρόληψη μειώνει 29% και 20% τον κίνδυνο ολικής θνησιμότητας και 47% τον κίνδυνο αιφνιδίου θανάτου που απεδόθει κυρίως στην αντιαρρυθμική τους δράση, όπως έδειξαν δύο μελέτες, η DART και η GISSI Prevenzione Study. Προσοχή χρειάζεται στην κατανάλωση των κεκορεσμένων λιπων που προέρχονται απο υδρογόνωση ακορέστων λιπών (Τρανς Λιπαρά Οξέα) και ευρίσκονται σε μαργαρίνες, μπισκότα και τηγανισμένα πατατάκια.
Η κατανάλωσή τους αυξάνει την χοληστερόλη, την LDL- C και μειώνει την HDL- C. Αύξηση κατά 2% της προσλαμβανόμενης ενέργειας από τρανς λιπαρά οξέα αυξάνει την επίπτωση της στεφανιαίας νόσου κατά 23%, έτσι η συνιστώμενη κατανάλωση αυτών είναι μικρότερη του 1% των προσλαμβανομένων θερμίδων. Η ημερήσια πρόσληψη χοληστερόλης, πηγές της οποίας είναι τα αυγά, τα γαλακτοκομικά και το κρέας, πρέπει να είναι μέχρι 200 mg. Είναι γνωστό, ότι αύξηση της κατανάλωσης κατά 100 mg ημερησίως αυξάνει την ολική χοληστερόλης του αίματος κατά 2,4mg/dl και την LDL- C κατά 2,1 mg/dl. Όσον αφορά τους υδατάνθρακες και τις πρωτεΐνες πρέπει να καλύπτουν το 50-60% και το 15% των ημερησίων θερμίδων αντίστοιχα.
Χριστόδουλος Ι. Στεφανάδης
Καθηγητής Καρδιολογίας
Πρόεδρος Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών