Θερμοκρασία περιβάλλοντος και καρδιαγγειακός κίνδυνος

Τα σύνδρομα υπερθερμίας μπορεί να παρατηρηθούν και σε σχετικά χαμηλότερες θερμοκρασίες περιβάλλοντος (>32oC) με υψηλή σχετική υγρασία (>60%), κυρίως σε ηλικιωμένα άτομα, σε αλκοολικούς ή πάσχοντες από ψυχικές ασθένειες, σε άτομα που λαμβάνουν αντιψυχωσικά φάρμακα, διουρητικά, αντιχολινεργικά ή σε άτομα που ζουν σε μη καλά αεριζόμενους χώρους χωρίς κλιματισμό. Τα σύνδρομα αυτά εκδηλώνονται συνήθως κατά τις πρώτες μέρες του καύσωνα, όπου ο οργανισμός δεν έχει ακόμα προσαρμοστεί. Οι μηχανισμοί με τους οποίους το σώμα προσαρμόζεται δεν είναι απολύτως γνωστοί. Η προσαρμογή χρειάζεται 7 με 14 ημέρες έκθεσης. Με την προσαρμογή μειώνεται ο ουδός εμφάνισης ιδρώτα, έτσι το άτομο ιδρώνει σε χαμηλότερη βασική θερμοκρασία. Ο ιδρώτας είναι ο πιο αποτελεσματικός φυσικός μηχανισμός ενάντια στη θερμοπληξία και μπορεί να παρατηρηθεί με μικρή ή και καμία μεταβολή της βασικής θερμοκρασίας του σώματος. Οσο το άτομο ιδρώνει, αντέχει ιδιαίτερα υψηλές θερμοκρασίες αρκεί να αντικαθιστά το νάτριο και το νερό που χάνεται. Η αγγειοδιαστολή είναι ένας ακόμα μηχανισμός του σώματος να αποβάλλει θερμότητα. Οταν επιτευχθεί η προσαρμογή του οργανισμού, η καρδιακή συχνότητα μειώνεται, ενώ η παραμονή σε υψηλές θερμοκρασίες συνοδεύεται με σημαντική αύξηση του όγκου παλμού χωρίς να μεταβάλλεται η καρδιακή παροχή. Αλλες μεταβολές είναι η μείωση της νεφρικής αιματικής ροής, η αύξηση της έκκρισης της αντιδιουρητικής ορμόνης, της αυξητικής ορμόνης και της αλδοστερόνης. Οσο παραμένει το στρες της θερμοπληξίας, η φλεβική επιστροφή ελαττώνεται και η καρδιακή παροχή μειώνεται. Αν η θερμοκρασία του περιβάλλοντος παραμείνει υψηλότερη από τη θερμοκρασία του σώματος, ο οργανισμός δεν μπορεί να αποβάλει θερμότητα και εμφανίζεται υπερπυρεξία.
Οι μυϊκές κράμπες είναι μια καλοηθέστερη μορφή υπερθερμίας. Συνήθως ακολουθούν την έντονη άσκηση χωρίς να υπάρχει άμεση έκθεση σε ήλιο ή σε ιδιαίτερα υψηλές θερμοκρασίες, γι' αυτό μπορεί να συμβούν και σε άτομα μη προπονημένα και ιδιαίτερα βαριά ντυμένα που έχουν εργαστεί ή αθληθεί σε ψυχρό περιβάλλον. Η θεραπεία συνίσταται στην παραμονή σε δροσερό χώρο και στην αντικατάσταση υγρών και ηλεκτρολυτών. Σε αθλητές χορηγούνται και ισοτονικά ροφήματα ηλεκτρολυτών.
Η εξάντληση από ζέστη ή θερμοπληξία είναι το πιο σύνηθες σύνδρομο υπερθερμίας. Οφείλεται είτε σε έλλειψη νερού είτε σε έλλειψη νατρίου. Τα συμπτώματα είναι μυϊκή αδυναμία, κόπωση, δίψα, ίλιγγος, πονοκέφαλος, ανορεξία, ναυτία, εμετός, ενώ η λιποθυμία μπορεί να προηγηθεί της καταπληξίας. Παρατηρούνται υπεραερισμός, έλλειψη μυϊκού συντονισμού, ευερεθιστότητα, μειωμένη κρίση και σύγχυση έως και απώλεια αισθήσεων. Συνήθως, αποδίδει η από του στόματος ή ενδοφλέβια αργή χορήγηση υγρών και ηλεκτρολυτών σε 48 ώρες.
Το εγκεφαλικό από υπερθερμία είναι το σοβαρότερο σύνδρομο. Συμβαίνει όταν το σώμα αδυνατεί να αποβάλει θερμότητα και η θερμοκρασία σώματος είναι συχνά μεγαλύτερη από 41oC. Τα συμπτώματα ξεκινούν απότομα με πονοκέφαλο, κολλώδη ομιλία, ίλιγγο, λιποθυμία, σύγχυση, σπασμούς και κώμα. Δεν παρατηρούνται εστιακά νευρολογικά σημεία. Η κλασική μορφή προσβάλλει άτομα με καρδιαγγειακά προβλήματα που λαμβάνουν διουρητική θεραπεία, σακχαροδιαβητικούς και αλκοολικούς. Τα πρώτα σημεία είναι ο πονοκέφαλος και η σημαντική αύξηση της θερμοκρασίας του σώματος (>41oC).
Χριστόδουλος Ι. Στεφανάδης
Καθηγητής Καρδιολογίας
Πρόεδρος Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών
Διαβάστε περισσότερα άρθρα...