Θεραπεία υπογονιμότητας και καρκίνος μαστού
Στην εποχή μας όλο και περισσότερες γυναίκες αντιμετωπίζουν προβλήματα υπογονιμότητας και υποβάλλονται σε θεραπείες με ειδικά ωορρηκτικά φάρμακα που επιδρώντας άμεσα είτε έμμεσα στις ωοθήκες προκαλούν τη παραγωγή ωαρίων ενώ πολλές καταφεύγουν τελικά στη λύση της εξωσωματικής γονιμοποίησης.
Το ερώτημα που συχνά απασχολεί πολλές γυναίκες που ακολουθούν θεραπευτικά πρωτοκόλλα υπογονιμότητας είναι αν τα ωορρηκτικά φάρμακα αυξάνουν το κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού.
Απο τα μέχρι σήμερα βιβλιογραφικά δεδομένα δεν προκύπτει οτι οι γυναίκες που λαμβάνουν φάρμακα γονιμότητας έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να αναπτύξουν καρκίνο του μαστού σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό. Απο την άλλη όμως και ιδιαίτερα κατά τον πρώτο χρόνο αγωγής με ωορρηκτικά φάρμακα. παρατηρείται μια επιτάχυνση στην εμφάνιση καρκίνων μαστού σε γυναίκες που ούτως η άλλως θα εμφάνιζαν
καρκίνο αργότερα η είχαν κάποιο υποκλινικό μη διαγνωσμένο όγκο στο μαστό τους . Ας μην ξεχνούμε όμως ότι η ανακάλυψη καρκίνου μαστού σε μία νέα γυναίκα που υποβάλλεται σε θεραπεία υπογονιμότητας μπορεί και να αποτελεί τυχαίο εύρημα έγκαιρης διάγνωσης κατά τον προληπτικό έλεγχο με μαστογραφία και υπέρηχο στον οποίο πρέπει να υποβάλλονται όσες ασθενείς πρόκειται να ακολουθήσουν πρωτοκόλλα υπογονιμότητας.
Εκεί όμως που παρατηρήθηκε οριακή αύξηση του σχετικού κινδύνου , ήταν σε γυναίκες με ισχυρό κληρονομικό ιστορικό καρκίνου μαστού και ιδιαίτερα σε εκείνες που ελάμβαναν θεραπεία με κλομιφένη , ένα παλιό ωορρηκτικό φάρμακο.
Το είδος των φαρμάκων που χρησιμοποιήθηκαν καθώς και ο αριθμός των εξωσωματικών δεν έχουν διαφορετική επίδραση αλλά ούτε και τα παιδιά που γεννήθηκαν με θεραπείες υπογονιμότητας εμφανίζουν αυξημένο κίνδυνο καρκίνου μαστού.
Ωστόσο υπάρχουν σε εξέλιξη και άλλες έρευνες για τον ρόλο των νέων φαρμάκων που χρησιμοποιούνται σήμερα για τη θεραπεία της υπογονι μότητας σε σχέση με την όπια ογκογεννετική επίδραση που μπορεί να έχουν στον μαστό, αλλά και για την μελέτη και εφαρμογή εναλλακτικών θεραπειών.
Πάντως το πιο σημαντικό είναι oι γυναίκες που πρόκειται να υποβληθούν σε θεραπευτικά πρωτοκόλλα υπογονιμότητας να υποβάλλονται ανάλογα με την ηλικία τους σε προληπτικούς ελέγχους με μαστογραφία υπερηχογράφημα μαστών και κλινική εξέταση με ιδιαίτερη έμφαση σε εκείνες που έχουν υποβληθεί επανειλημμένα σε θεραπείες για την επίτευξη εγκυμοσύνης.
Δρ. Στεφάνου Ι. Παππά
Γυναικολόγου – Ειδικού Μαστολόγου
Διδάκτορος Πανεπιστημίου Αθηνών
Το ερώτημα που συχνά απασχολεί πολλές γυναίκες που ακολουθούν θεραπευτικά πρωτοκόλλα υπογονιμότητας είναι αν τα ωορρηκτικά φάρμακα αυξάνουν το κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού.
Απο τα μέχρι σήμερα βιβλιογραφικά δεδομένα δεν προκύπτει οτι οι γυναίκες που λαμβάνουν φάρμακα γονιμότητας έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να αναπτύξουν καρκίνο του μαστού σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό. Απο την άλλη όμως και ιδιαίτερα κατά τον πρώτο χρόνο αγωγής με ωορρηκτικά φάρμακα. παρατηρείται μια επιτάχυνση στην εμφάνιση καρκίνων μαστού σε γυναίκες που ούτως η άλλως θα εμφάνιζαν
καρκίνο αργότερα η είχαν κάποιο υποκλινικό μη διαγνωσμένο όγκο στο μαστό τους . Ας μην ξεχνούμε όμως ότι η ανακάλυψη καρκίνου μαστού σε μία νέα γυναίκα που υποβάλλεται σε θεραπεία υπογονιμότητας μπορεί και να αποτελεί τυχαίο εύρημα έγκαιρης διάγνωσης κατά τον προληπτικό έλεγχο με μαστογραφία και υπέρηχο στον οποίο πρέπει να υποβάλλονται όσες ασθενείς πρόκειται να ακολουθήσουν πρωτοκόλλα υπογονιμότητας.
Εκεί όμως που παρατηρήθηκε οριακή αύξηση του σχετικού κινδύνου , ήταν σε γυναίκες με ισχυρό κληρονομικό ιστορικό καρκίνου μαστού και ιδιαίτερα σε εκείνες που ελάμβαναν θεραπεία με κλομιφένη , ένα παλιό ωορρηκτικό φάρμακο.
Το είδος των φαρμάκων που χρησιμοποιήθηκαν καθώς και ο αριθμός των εξωσωματικών δεν έχουν διαφορετική επίδραση αλλά ούτε και τα παιδιά που γεννήθηκαν με θεραπείες υπογονιμότητας εμφανίζουν αυξημένο κίνδυνο καρκίνου μαστού.
Ωστόσο υπάρχουν σε εξέλιξη και άλλες έρευνες για τον ρόλο των νέων φαρμάκων που χρησιμοποιούνται σήμερα για τη θεραπεία της υπογονι μότητας σε σχέση με την όπια ογκογεννετική επίδραση που μπορεί να έχουν στον μαστό, αλλά και για την μελέτη και εφαρμογή εναλλακτικών θεραπειών.
Πάντως το πιο σημαντικό είναι oι γυναίκες που πρόκειται να υποβληθούν σε θεραπευτικά πρωτοκόλλα υπογονιμότητας να υποβάλλονται ανάλογα με την ηλικία τους σε προληπτικούς ελέγχους με μαστογραφία υπερηχογράφημα μαστών και κλινική εξέταση με ιδιαίτερη έμφαση σε εκείνες που έχουν υποβληθεί επανειλημμένα σε θεραπείες για την επίτευξη εγκυμοσύνης.
Δρ. Στεφάνου Ι. Παππά
Γυναικολόγου – Ειδικού Μαστολόγου
Διδάκτορος Πανεπιστημίου Αθηνών