ΘΕΡΑΠΕΥΟΥΝ ΜΕ ΜΟΥΣΙΚΗ ΑΛΤΣΧΑΙΜΕΡ ΚΑΙ ΑΝΟΙΑ


Η μουσική αλλά και η τέχνη γενικότερα ευφραίνουν την καρδιά των ηλικιωμένων. Η μουσικοθεραπεία έχει υιοθετηθεί από εκατοντάδες οίκους ευγηρίας και μπορεί να περικόψει σημαντικά το κόστος περίθαλψης ανοϊκών ασθενών.

Ο Μάικλ Ροσάτο Μπένετ αρχικά πίστεψε ότι δεν θα μπορούσε να βρει χειρότερη εργασία, ακόμη και αν προσπαθούσε. Ο κινηματογραφιστής ένιωσε να του κόβεται η ανάσα καθώς δρασκέλισε το κατώφλι ενός οίκου ευγηρίας προκειμένου να γυρίσει κάποια σύντομα φιλμάκια για μία ιστοσελίδα. «Περπατούσα στους σκοτεινούς διαδρόμους με τους εκατοντάδες ηλικιωμένους που απλώς κάθονταν στις αναπηρικές τους πολυθρόνες χωρίς να κάνουν τίποτα και πίστεψα ότι βρισκόμουν στην κόλαση του Δάντη», εξηγεί ο Ροσάτο Μπένετ.

Εναυσμα για ντοκιμαντέρ

Αυτή, ωστόσο, η τόσο μελαγχολική επίσκεψη υπήρξε το έναυσμα για το ντοκιμαντέρ «Εσωτερικά ζωντανός», μία ταινία που αναδεικνύει την αξία της μουσικοθεραπείας στους πάσχοντες από Aλτσχάιμερ και άλλα νευρολογικά ή ψυχικά νοσήματα. Οταν ο Ροσάτο Μπένετ ξεκίνησε τα γυρίσματα της ταινίας του, γνώρισε τον Χένρι, έναν άνδρα 94 ετών που καθόταν συρρικνωμένος στην αναπηρική του πολυθρόνα. Το κεφάλι τους ήταν μονίμως στραμμένο προς το έδαφος, τα μάτια του κλειστά και τα χέρια του σφιγμένα σε μπουνιές. Εμενε στον οίκο ευγηρίας για περισσότερο από μία δεκαετία και σήμερα πια δεν μπορούσε να αναγνωρίσει ούτε την κόρη του. Ομως, με το που η νοσοκόμα τού τοποθετούσε ένα ζευγάρι ακουστικά στα αυτιά μέσα από τα οποία μπορούσε να ακούσει την αγαπημένη του μουσική, ο υπερήλικας άρχιζε να κινεί με τον ρυθμό τα πόδια του, να κινεί τα χέρια του και να τραγουδάει. Οπως λέει ο Ροσάτο Μπένετ, ήταν σαν να είδε μπροστά του μία ανάσταση και «στη συνέχεια, όταν του πήραμε τα ακουστικά και αρχίσαμε να του μιλάμε, τότε φανερώθηκε ο Ανθρωπος. Είχε αυτή την καταπληκτική φωνή και μίλησε με Ποίηση, ποίηση πολύ σημαντικότερη από αυτή που γνωρίζω εγώ».

Η ιστορία του Χένρι, η οποία έγινε εξαιρετικά δημοφιλής πριν από μερικά χρόνια, όταν αναρτήθηκε το σχετικό βιντεοκλίπ στο Διαδίκτυο, αποτελεί το σημείο αναφοράς της ταινίας του Ροσάτο Μπένετ που αναμένεται να αρχίσει να προβάλλεται στις κινηματογραφικές αίθουσες στις ΗΠΑ μέσα στον Αύγουστο.

Το την οποία επεξεργάζονται κέντρα του εγκεφάλου που δεν επηρεάζονται από τη γεροντική άνοια, δίνει στον υπερήλικα που πάσχει από άνοια μία αίσθηση ταυτότητας, εξηγεί ο νευρολόγος και συγγραφέας Ολιβερ Σακς.

Το ντοκιμαντέρ έχει μαγνητοσκοπήσει τους αρρώστους ηλικιωμένους να τραγουδούν και να χορεύουν, αναζωογονημένοι μετά την ακρόαση των αγαπημένων τους μουσικών κομματιών. Στην ταινία, εξάλλου, καταγράφεται και η ιστορία μία γυναίκας που έπασχε από σχιζοφρένεια και διπολική διαταραχή, η οποία εμφανίζεται πραγματικά συγκινημένη από τη μουσική. «H μουσική είναι ένας σύντροφος που πάει στα γούστα μας. Το να μπεις στην έρημο της ψυχής και να φέρεις πίσω κάτι τόσο πολύτιμο είναι ένα ανεκτίμητο δώρο».

Νευρώνες που κόβουν την όρεξη

Kατά τη διάρκεια πειράματος που πραγματοποιήθηκε σε ποντίκια, Αμερικανοί ερευνητές διαπίστωσαν ότι τα νευρωνικά κύτταρα του εγκεφάλου είναι δυνατόν να καταστείλουν την όρεξη για τροφή. Τα νευρωνικά κύτταρα που βρίσκονται στην αμυγδαλή του εγκεφάλου δρουν ως κεντρικός διακόπτης και μεταβιβάζουν μηνύματα στον εγκέφαλο, τα οποία πραγματικά βάζουν τροχοπέδη στην επιθυμία κατανάλωσης φαγητού.

Ερευνητές του Ινστιτούτου Τεχνολογίας της Καλιφόρνιας χρησιμοποίησαν ακτίνες λέιζερ για να διεγείρουν τους νευρώνες που ρυθμίζουν την κατανάλωση τροφίμων, αναφέρει δημοσίευμα του επιστημονικού περιοδικού Nature Νeurosciences. Οπως εξηγεί ο επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας, καθηγητής Ντέιβιντ Αντερσον, «ήταν σαν να γυρνούσες έναν διακόπτη και να έκοβες την πείνα μαχαίρι». Η μελέτη, εξάλλου, αποκάλυψε ότι οι συγκεκριμένοι νευρώνες ήταν ενεργοί και έτοιμοι να αντιδράσουν σε ευρύ φάσμα καταστάσεων, όπως το συναίσθημα κορεσμού, κακουχίας, ναυτίας και πικρής γεύσης. «Αυτά τα συγκεκριμένα κύτταρα αποτελούν το πρώτο σαφώς καθορισμένο σύστημα που καταστέλλει την πείνα στον εγκέφαλο. Κατά πάσα πιθανότητα, υπάρχουν και τα αντίστοιχα κύτταρα στον ανθρώπινο εγκέφαλο. Αν αυτό επαληθευτεί και μπορεί να αποδειχθεί ότι αυτά κάνουν τους ανθρώπους να μη θέλουν να φάνε, τότε πιθανότατα θα έχουμε στα χέρια μας κάποιους τρόπους που θα μας επιτρέψουν να γιατρέψουμε διατροφικές διαταραχές», επισήμανε ο Αμερικανός καθηγητής.

Πηγή Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ


    Στην κορυφή