ΠΦΣ :ΤΟ ΦΑΡΜΑΚΕΙΟ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΚΛΕΙΣΤΟ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ
Τα φαρμακεία δεν αποτελούν κλειστό επάγγελμα . Απόδειξη γι αυτό αποτελεί το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια έχουν ανοίξει χιλιάδες νέων φαρμακείων . Την τελευταία πενταετία προστέθηκαν 2600 νέα φαρμακεία, σύμφωνα με τα όσα ανακοίνωσε ο Πανελλήνιος Φαρμακευτικός Σύλλογος:
"Στην Ελλάδα υπάρχει ήδη υπερκορεσμός φαρμακείων Διαθέτουμε ένα φαρμακείο ανά 850 κατοίκους , όταν στην υπόλοιπη Ευρώπη υπάρχει ένα φαρμακείο ανά 5000 – 10000 κατοίκους.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση με την Κοινοτική Οδηγία 123/2006 περί κλειστών επαγγελματικών εξαιρεί ρητά και σαφώς τα φαρμακεία από την κατηγορία αυτή.
Σήμερα στην Ελλάδα εφαρμόζεται η Κοινοτική Νομοθεσία στον τομέα των Φαρμακευτικών Υπηρεσιών , όπως ακριβώς και σε όλες τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες."
Ειδικότερα στην ανακοίνωση του προέδρου του Συλλόγου Δ. Βαγιωνά επισημαίνονται αναλυτικά:
Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΩΝ ΦΑΡΜΑΚΟΠΟΙΩΝ ΣΤΗ ΜΕΙΩΣΗ ΤΗΣ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΗΣ ΔΑΠΑΝΗΣ
Κατά συνέπεια κάθε λογιστικού τύπου άμεση ή έμμεση περαιτέρω μείωση του κέρδους του φαρμακείου θα οδηγήσει σε κλείσιμο τουλάχιστον του 15% των φαρμακείων μέχρι τέλος του έτους.
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΗ συμβολή των Φαρμακοποιών στην περαιτέρω μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης αποτελεί η συμβολή και συνεργασία τους με την πολιτεία για την εκκίνηση της ηλεκτρονικής συνταγογραφίας και την γρήγορη κάλυψη όλων των ασφαλιστικών ταμείων και όλης της χώρας.
ΟΠΑΔ
Το χρέος του ΟΠΑΔ προς τους φαρμακοποιούς ξεπερνά τα 400.000.000 € και αντιστοιχεί σε φάρμακα που χορηγήθηκαν από τον Φεβρουάριο και εντεύθεν.
Για τα φάρμακα αυτά οι φαρμακοποιοί έχουν ήδη καταβάλει εξ΄ ιδίων 65.000.000 € ως Φ.Π.Α , όμως δεν έχουν εισπράξει.
Ο Νόμος 3172/2003 , άρθρο 22 ,προβλέπει εξόφληση των υποχρεώσεων του ΟΠΑΔ εντός 45 ημερών. Το ίδιο επιβάλλει και σχετική κοινοτική οδηγία.
Το οικονομικό βάρος που επωμίζονται τα φαρμακεία είναι δυσανάλογο με τα λοιπά οικονομικά δεδομένα ενός μέσου φαρμακείου.
Ποσοστό κέρδους του φαρμακείου
Ποιες αλήθειες αποκαλύπτουν οι αριθμοί;
Πολύ συχνά, και συνήθως χωρίς να υπάρχει συγκεκριμένος λόγος, γίνεται αναφορά στο ποσοστό κέρδους του φαρμακείου. Το ζήτημα θίγεται σαν ένας από τους παράγοντες που επηρεάζουν μαζί με άλλους τη βιωσιμότητα ή μη του Ελληνικού φαρμακείου. Ερωτώμεθα επίσης γι’ αυτό, όποτε προβάλουμε τις εύλογες και συνήθως ήπιες διεκδικήσεις μας για την εμπρόθεσμη εξόφληση των υποχρεώσεων των Ασφαλιστικών Ταμείων προς τα Φαρμακεία.
Ας πάρουμε όμως το θέμα από την αρχή…
Τι σημαίνει ποσοστό κέρδος ενός φαρμακείου ή οποιασδήποτε επιχείρησης;
Κατά την ταπεινή μας γνώμη, κέρδος μια επιχείρησης είναι το ποσό που απομένει στο ταμείο της επιχείρησης, όταν από το σύνολο των εισπράξεών της εξοφλήσει τις υποχρεώσεις της προς προμηθευτές και προσωπικό και καλύψει τα πάγια έξοδά της (ενοίκιο, ΟΤΕ, ΔΕΗ κ.λπ.). Με άλλα λόγια και πολύ συνοπτικά κέρδος = έσοδα – έξοδα. Κατ’ επέκτασιν του ορισμού αυτού, ποσοστό κέρδους «επί τοις εκατό» (%) είναι το κέρδος που απομένει στην επιχείρηση ανά 100€ εισπράξεων. Ας έλθουμε λοιπόν συγκεκριμένα στο ελληνικό φαρμακείο.
Ποιο είναι το ποσοστό κέρδους του φαρμακείου;
Πολύ συχνά ακούγεται, από χείλη υποτίθεται «ιθυνόντων», ότι το ποσοστό κέρδους του Φαρμακείου είναι 35%!!! Μάλιστα η αναπαραγωγή του ισχυρισμού αυτού γίνεται με τέτοια συχνότητα και σε τόση έκταση που δυστυχώς, άθελά τους, την αναπαράγουν ακόμη και φαρμακοποιοί-ιδιοκτήτες Φαρμακείων, που θα έπρεπε πρώτοι αυτοί να έχουν διαπιστώσει του λόγου το αναληθές.
Κάποιοι εξ αυτών που ισχυρίζονται ότι «ο φαρμακοποιός κερδίζει 35%» είναι βέβαιο ότι ενεργούν εκ του πονηρού θέλοντας να δημιουργήσουν, τουλάχιστον σε επίπεδο εντυπώσεων, το κατάλληλο κλίμα ώστε να έλθει σαν ώριμο φρούτο η συζήτηση για μείωση του «μεγάλου αυτού ποσοστού».
Οι περισσότεροι βέβαια, αφελώς και σε κάθε περίπτωση, βλάπτοντας τον ίδιο τους τον εαυτό, μαζί με την αλήθεια αναπαράγουν την καραμέλα του 35% χωρίς να αναρωτηθούν εάν αυτή είναι η πραγματικότητα.
Ας μη βιασθεί κάποιος να μας υποδείξει ότι επί της χονδρικής τιμής αγοράς ενός φαρμάκου υπολογίζεται επιβάρυνση 35% (και ΦΠΑ 9%) για να προκύψει η λιανική τιμή.
Το γνωρίζουμε πολύ καλά και γι’ αυτό απαντούμε ότι αυτό το 35% δεν είναι το ποσοστό κέρδους του φαρμακείου. Διότι:
1.Κέρδος προκύπτει όταν το προϊόν/φάρμακο πωληθεί και όχι απλώς επειδή αγοράστηκε. Και το κέρδος φυσικά προκύπτει εάν από την τιμή πώλησης αφαιρέσουμε την τιμή αγοράς. Εάν αυτό το κέρδος το αναγάγουμε «επί της εκατό» φυσικά δεν προκύπτει 35%.
2.Η ίδια η φορολογούσα αρχή (Υπουργείο Οικονομικών) αναγνωρίζει ως κέρδος του φαρμακείου τη διαφορά «έσοδα – έξοδα» και επί της διαφοράς αυτής υπολογίζει τον αναλογούντα φόρο.
Ποιο είναι λοιπόν το κέρδος του φαρμακοποιού ή, με άλλα λόγια, για κάθε εκατό ευρώ που συγκεντρώνει στο ταμείο του ένας φαρμακοποιός, πόσα ευρώ είναι δικά του;
Διότι το ζητούμενο είναι πόσα είναι τα δικά του.
Οι αριθμοί λοιπόν που είναι αδιάψευστοι λένε πολύ απλά τα ακόλουθα:
Εάν ο πολίτης πληρώσει 100€ αγοράζοντας ένα φάρμακο
Ο παραγωγός εισπράττει 62,7€
Ο χονδρέμπορος εισπράττει 5,3€
Το Υπουργείο Οικονομικών (ΦΠΑ) εισπράττει 8,2€
Και ο ΦΑΡΜΑΚΟΠΟΙΟΣ εισπράττει 23,8€
Από το ποσοστό αυτό του 23,8 ο φαρμακοποιός:
Οφείλει να καλύψει τα έξοδα ενοικίου, ΟΤΕ, ΔΕΗ, ύδρευσης, προσωπικού (μισθός + ένσημα) και διάφορα άλλα μικροέξοδα.
Οφείλει να καλύψει το χρηματοπιστωτικό κόστος από τις καθυστερήσεις στην εξόφληση των ασφαλιστικών ταμείων.
Οφείλει να καταβάλλει τον φόρο εισοδήματος που, πράγμα σπάνιο για τον ελληνικό χώρο, δεν είναι δυνατόν να αποκρυβεί με δεδομένη την υποχρεωτική πώληση με έκδοση τιμολογίων προς τα ασφαλιστικά ταμεία τουλάχιστον για το 70-80% των ακαθάριστων εσόδων ενός φαρμακείου.
Οφείλει να καλύψει το κόστος αγοράς φαρμάκων που υπό μορφή stock παραμένουν στα ράφια του φαρμακείου λόγω αλλαγής στη συνταγογράφηση ιατρών.
Οφείλει να αποσβέσει τη δαπάνη «στησίματος» του φαρμακείου με ότι αυτό περιλαμβάνει: φάρμακα, καλλυντικά, έπιπλα, μηχανογράφηση, αναλώσιμα κ.λπ. δαπάνη που δεν είναι καθόλου ευκαταφρόνητη.
Εάν λοιπόν υπολογίσουμε όλα τα ανωτέρω και τα αναγάγουμε σε μηνιαία ή ετήσια βάση προκύπτει ότι το καθαρό ποσοστό κέρδους ενός φαρμακείου κυμαίνεται μεταξύ 10-11,5% και λέμε κυμαίνεται διότι διαφοροποιούνται κατά φαρμακείο τα λειτουργικά και λοιπά έξοδα (ενοίκιο, ύπαρξη προσωπικού, stock εμπορευμάτων κ.λπ.).
Αυτά τα 10-11,5 ευρώ για κάθε 100€ τζίρου είναι το κέρδος του φαρμακοποιού, το οποίο και δικαιούται, χωρίς να θέσει σε κίνδυνο την επιχείρησή του, να διαθέσει κατά βούληση.
Κάθε άλλο ποσοστό απέχει από την πραγματικότητα. Αυτή την πραγματικότητα οφείλουμε να τη γνωρίζουμε, να τη χρησιμοποιούμε ως μπούσουλα στην επιχείρησή μας και συγχρόνως να αποστομώνουμε όσους σπεκουλάρουν σε αυτό το ζήτημα."
"Στην Ελλάδα υπάρχει ήδη υπερκορεσμός φαρμακείων Διαθέτουμε ένα φαρμακείο ανά 850 κατοίκους , όταν στην υπόλοιπη Ευρώπη υπάρχει ένα φαρμακείο ανά 5000 – 10000 κατοίκους.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση με την Κοινοτική Οδηγία 123/2006 περί κλειστών επαγγελματικών εξαιρεί ρητά και σαφώς τα φαρμακεία από την κατηγορία αυτή.
Σήμερα στην Ελλάδα εφαρμόζεται η Κοινοτική Νομοθεσία στον τομέα των Φαρμακευτικών Υπηρεσιών , όπως ακριβώς και σε όλες τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες."
Ειδικότερα στην ανακοίνωση του προέδρου του Συλλόγου Δ. Βαγιωνά επισημαίνονται αναλυτικά:
Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΩΝ ΦΑΡΜΑΚΟΠΟΙΩΝ ΣΤΗ ΜΕΙΩΣΗ ΤΗΣ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΗΣ ΔΑΠΑΝΗΣ
- Οι φαρμακοποιοί στη διάρκεια του τρέχοντος έτους έχουν υποστεί μείωση των κερδών τους μεσοσταθμικά κατά 35% - 40% , εξαιτίας
- της μείωσης των τιμών των φαρμάκων μεσοσταθμικά κατά 30% περίπου και σε ορισμένες περιπτώσεις μέχρι 67%.
- Την μείωση του ποσοστού κέρδους των λεγομένων νοσοκομειακών φαρμάκων (που αποτελούν το 10% του συνολικού τζίρου των φαρμάκων ) στα επίπεδα του 15,60% επί της λιανικής τιμής πώλησης τους.
- Της πώλησης φαρμάκων από τα φαρμακεία των ιδιωτικών κλινικών (με πολύ υψηλό ποσοστό κέρδους- 16% επί της τιμής αγοράς) που μέχρι τώρα επωλούντο από τα ιδιωτικά φαρμακεία..
- Της μη κάλυψης από το ασφαλιστικό σύστημα των ΜΥΣΥΦΑ (OTC) με συνέπεια την πτώση των πωλήσεών τους.
- Της αυτόματης μείωσης της αξίας των αποθεμάτων των φαρμακείων, κατά το ποσοστό μείωσης των τιμών , κάθε φορά που μειώνονται οι τιμές.
- Της μείωσης της αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών που εκδηλώνεται σε μικρότερο βαθμό στον τομέα των φαρμάκων και σε μεγαλύτερο στον τομέα των παραφαρμακευτικών και άλλων προϊόντων που πωλεί το φαρμακείο .
- Του τεράστιου χρηματοοικονομικού κόστους που προκαλεί ο τραπεζικός δανεισμός (factoring κ.λ.π.) λόγω των μεγάλων καθυστερήσεων των ασφαλιστικών ταμείων στην εξόφληση των υποχρεώσεων τους.
Κατά συνέπεια κάθε λογιστικού τύπου άμεση ή έμμεση περαιτέρω μείωση του κέρδους του φαρμακείου θα οδηγήσει σε κλείσιμο τουλάχιστον του 15% των φαρμακείων μέχρι τέλος του έτους.
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΗ συμβολή των Φαρμακοποιών στην περαιτέρω μείωση της φαρμακευτικής δαπάνης αποτελεί η συμβολή και συνεργασία τους με την πολιτεία για την εκκίνηση της ηλεκτρονικής συνταγογραφίας και την γρήγορη κάλυψη όλων των ασφαλιστικών ταμείων και όλης της χώρας.
ΟΠΑΔ
Το χρέος του ΟΠΑΔ προς τους φαρμακοποιούς ξεπερνά τα 400.000.000 € και αντιστοιχεί σε φάρμακα που χορηγήθηκαν από τον Φεβρουάριο και εντεύθεν.
Για τα φάρμακα αυτά οι φαρμακοποιοί έχουν ήδη καταβάλει εξ΄ ιδίων 65.000.000 € ως Φ.Π.Α , όμως δεν έχουν εισπράξει.
Ο Νόμος 3172/2003 , άρθρο 22 ,προβλέπει εξόφληση των υποχρεώσεων του ΟΠΑΔ εντός 45 ημερών. Το ίδιο επιβάλλει και σχετική κοινοτική οδηγία.
Το οικονομικό βάρος που επωμίζονται τα φαρμακεία είναι δυσανάλογο με τα λοιπά οικονομικά δεδομένα ενός μέσου φαρμακείου.
Ποσοστό κέρδους του φαρμακείου
Ποιες αλήθειες αποκαλύπτουν οι αριθμοί;
Πολύ συχνά, και συνήθως χωρίς να υπάρχει συγκεκριμένος λόγος, γίνεται αναφορά στο ποσοστό κέρδους του φαρμακείου. Το ζήτημα θίγεται σαν ένας από τους παράγοντες που επηρεάζουν μαζί με άλλους τη βιωσιμότητα ή μη του Ελληνικού φαρμακείου. Ερωτώμεθα επίσης γι’ αυτό, όποτε προβάλουμε τις εύλογες και συνήθως ήπιες διεκδικήσεις μας για την εμπρόθεσμη εξόφληση των υποχρεώσεων των Ασφαλιστικών Ταμείων προς τα Φαρμακεία.
Ας πάρουμε όμως το θέμα από την αρχή…
Τι σημαίνει ποσοστό κέρδος ενός φαρμακείου ή οποιασδήποτε επιχείρησης;
Κατά την ταπεινή μας γνώμη, κέρδος μια επιχείρησης είναι το ποσό που απομένει στο ταμείο της επιχείρησης, όταν από το σύνολο των εισπράξεών της εξοφλήσει τις υποχρεώσεις της προς προμηθευτές και προσωπικό και καλύψει τα πάγια έξοδά της (ενοίκιο, ΟΤΕ, ΔΕΗ κ.λπ.). Με άλλα λόγια και πολύ συνοπτικά κέρδος = έσοδα – έξοδα. Κατ’ επέκτασιν του ορισμού αυτού, ποσοστό κέρδους «επί τοις εκατό» (%) είναι το κέρδος που απομένει στην επιχείρηση ανά 100€ εισπράξεων. Ας έλθουμε λοιπόν συγκεκριμένα στο ελληνικό φαρμακείο.
Ποιο είναι το ποσοστό κέρδους του φαρμακείου;
Πολύ συχνά ακούγεται, από χείλη υποτίθεται «ιθυνόντων», ότι το ποσοστό κέρδους του Φαρμακείου είναι 35%!!! Μάλιστα η αναπαραγωγή του ισχυρισμού αυτού γίνεται με τέτοια συχνότητα και σε τόση έκταση που δυστυχώς, άθελά τους, την αναπαράγουν ακόμη και φαρμακοποιοί-ιδιοκτήτες Φαρμακείων, που θα έπρεπε πρώτοι αυτοί να έχουν διαπιστώσει του λόγου το αναληθές.
Κάποιοι εξ αυτών που ισχυρίζονται ότι «ο φαρμακοποιός κερδίζει 35%» είναι βέβαιο ότι ενεργούν εκ του πονηρού θέλοντας να δημιουργήσουν, τουλάχιστον σε επίπεδο εντυπώσεων, το κατάλληλο κλίμα ώστε να έλθει σαν ώριμο φρούτο η συζήτηση για μείωση του «μεγάλου αυτού ποσοστού».
Οι περισσότεροι βέβαια, αφελώς και σε κάθε περίπτωση, βλάπτοντας τον ίδιο τους τον εαυτό, μαζί με την αλήθεια αναπαράγουν την καραμέλα του 35% χωρίς να αναρωτηθούν εάν αυτή είναι η πραγματικότητα.
Ας μη βιασθεί κάποιος να μας υποδείξει ότι επί της χονδρικής τιμής αγοράς ενός φαρμάκου υπολογίζεται επιβάρυνση 35% (και ΦΠΑ 9%) για να προκύψει η λιανική τιμή.
Το γνωρίζουμε πολύ καλά και γι’ αυτό απαντούμε ότι αυτό το 35% δεν είναι το ποσοστό κέρδους του φαρμακείου. Διότι:
1.Κέρδος προκύπτει όταν το προϊόν/φάρμακο πωληθεί και όχι απλώς επειδή αγοράστηκε. Και το κέρδος φυσικά προκύπτει εάν από την τιμή πώλησης αφαιρέσουμε την τιμή αγοράς. Εάν αυτό το κέρδος το αναγάγουμε «επί της εκατό» φυσικά δεν προκύπτει 35%.
2.Η ίδια η φορολογούσα αρχή (Υπουργείο Οικονομικών) αναγνωρίζει ως κέρδος του φαρμακείου τη διαφορά «έσοδα – έξοδα» και επί της διαφοράς αυτής υπολογίζει τον αναλογούντα φόρο.
Ποιο είναι λοιπόν το κέρδος του φαρμακοποιού ή, με άλλα λόγια, για κάθε εκατό ευρώ που συγκεντρώνει στο ταμείο του ένας φαρμακοποιός, πόσα ευρώ είναι δικά του;
Διότι το ζητούμενο είναι πόσα είναι τα δικά του.
Οι αριθμοί λοιπόν που είναι αδιάψευστοι λένε πολύ απλά τα ακόλουθα:
Εάν ο πολίτης πληρώσει 100€ αγοράζοντας ένα φάρμακο
Ο παραγωγός εισπράττει 62,7€
Ο χονδρέμπορος εισπράττει 5,3€
Το Υπουργείο Οικονομικών (ΦΠΑ) εισπράττει 8,2€
Και ο ΦΑΡΜΑΚΟΠΟΙΟΣ εισπράττει 23,8€
Από το ποσοστό αυτό του 23,8 ο φαρμακοποιός:
Οφείλει να καλύψει τα έξοδα ενοικίου, ΟΤΕ, ΔΕΗ, ύδρευσης, προσωπικού (μισθός + ένσημα) και διάφορα άλλα μικροέξοδα.
Οφείλει να καλύψει το χρηματοπιστωτικό κόστος από τις καθυστερήσεις στην εξόφληση των ασφαλιστικών ταμείων.
Οφείλει να καταβάλλει τον φόρο εισοδήματος που, πράγμα σπάνιο για τον ελληνικό χώρο, δεν είναι δυνατόν να αποκρυβεί με δεδομένη την υποχρεωτική πώληση με έκδοση τιμολογίων προς τα ασφαλιστικά ταμεία τουλάχιστον για το 70-80% των ακαθάριστων εσόδων ενός φαρμακείου.
Οφείλει να καλύψει το κόστος αγοράς φαρμάκων που υπό μορφή stock παραμένουν στα ράφια του φαρμακείου λόγω αλλαγής στη συνταγογράφηση ιατρών.
Οφείλει να αποσβέσει τη δαπάνη «στησίματος» του φαρμακείου με ότι αυτό περιλαμβάνει: φάρμακα, καλλυντικά, έπιπλα, μηχανογράφηση, αναλώσιμα κ.λπ. δαπάνη που δεν είναι καθόλου ευκαταφρόνητη.
Εάν λοιπόν υπολογίσουμε όλα τα ανωτέρω και τα αναγάγουμε σε μηνιαία ή ετήσια βάση προκύπτει ότι το καθαρό ποσοστό κέρδους ενός φαρμακείου κυμαίνεται μεταξύ 10-11,5% και λέμε κυμαίνεται διότι διαφοροποιούνται κατά φαρμακείο τα λειτουργικά και λοιπά έξοδα (ενοίκιο, ύπαρξη προσωπικού, stock εμπορευμάτων κ.λπ.).
Αυτά τα 10-11,5 ευρώ για κάθε 100€ τζίρου είναι το κέρδος του φαρμακοποιού, το οποίο και δικαιούται, χωρίς να θέσει σε κίνδυνο την επιχείρησή του, να διαθέσει κατά βούληση.
Κάθε άλλο ποσοστό απέχει από την πραγματικότητα. Αυτή την πραγματικότητα οφείλουμε να τη γνωρίζουμε, να τη χρησιμοποιούμε ως μπούσουλα στην επιχείρησή μας και συγχρόνως να αποστομώνουμε όσους σπεκουλάρουν σε αυτό το ζήτημα."