Ο ψυχολογικός αντίκτυπος της κλιματικής αλλαγής
Η κλιματική αλλαγή μπορεί να επηρεάσει την ψυχική υγεία τόσο απευθείας, όσο και με έμμεσο τρόπο. Η άμεση αρνητική της επίδραση συντελείται μέσω της έκθεσης ατόμων και κοινωνιών σε τραυματικές εμπειρίες που σχετίζονται με την αυξημένη θερμοκρασία, την υγρασία τις σφοδρές βροχοπτώσεις ή την παρατεταμένη ξηρασία, τις μεγα-πυρκαγιές και τις πλημμύρες. Οι εμπειρίες αυτές έχουν συσχετισθεί με ψυχολογική δυσφορία, επιδείνωση της ψυχικής υγείας και αυξημένη θνησιμότητα σε πληθυσμούς όπου προϋπάρχουν ψυχιατρικές καταστάσεις, καθώς και με αυξημένο αριθμό ψυχιατρικών νοσηλειών και ποσοστών αυτοκτονίας.
Πράγματι, η κλιματική αλλαγή επηρεάζει ποικίλες πληθυσμιακές ομάδες οι οποίες είναι άμεσα εκτεθειμένες και περισσότερο ευάλωτες σε αυτήν με βάσει τις γεωγραφικές τους συνθήκες αλλά και την έλλειψη πρόσβασης σε επαρκείς πόρους, πληροφορίες και μέσα προστασίας.
Βλέπουμε, λοιπόν, πως διαφορετικές πτυχές της κλιματικής αλλαγής, πέρα από τα ακραία καιρικά φαινόμενα που αυτή επιφέρει, μπορούν να βλάψουν την ψυχική υγεία τόσο μέσω μιας άμεσης δυσμενούς επίδρασης, όσο και δια έμμεσων οδών που καταλήγουν στην εκδήλωση σοβαρών ψυχιατρικών προβλημάτων όπως η κατάθλιψη και η Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες (ΔΜΤΣ - Post Traumatic Stress Disorder / PTSD), αλλά και η αυξημένη θνησιμότητα λόγω αυτοκτονιών.
Με τα αποτελέσματα, λοιπόν, της κλιματικής αλλαγής να διακρίνονται εξ ορισμού σε άμεσα και έμμεσα, αλλά και σε βραχυχρόνια και μακροχρόνια, κατανοούμε πως τα οξέα -συνδεόμενα με αυτήν- μετεωρολογικά συμβάντα επιδρούν στην ψυχική μας υγεία μέσω μηχανισμών που προσομοιάζουν στην παθοφυσιολογία του τραυματικού stress (μιλούμε δηλαδή για μια παθολογία ανάλογη της Οξείας Αντίδρασης στο Stress), ενώ η διαρκής έκθεση σε ακραία ή παρατεταμένα καιρικά φαινόμενα και γεγονότα που συνδέονται με αυτά, μπορεί να επιφέρει συνέπειες οι οποίες εκδηλώνονται σε δεύτερο χρόνο, περιλαμβάνοντας τη ΔΜΤΣ ή ακόμη και τη διαγενεακή μετάδοση του τραύματος.
Υπό το πρίσμα, λοιπόν, αυτό θα πρέπει να σημειώσουμε πως όχι μόνον οι απότομες και σφοδρά εκδηλούμενες, αλλά και οι σταδιακώς εγκαθιστάμενες αλλαγές των κλιματολογικών συνθηκών, όπως είναι για παράδειγμα η διαρκής άνοδος της θερμοκρασίας και η μείωση της ποιότητας του εισπνέομενου αέρα, μπορούν να αποβούν επιβλαβείς για την ψυχική υγεία του παγκόσμιου πληθυσμού.
Επιπροσθέτως, πληθαίνουν οι επιστημονικές αποδείξεις που υποστηρίζουν ότι σημαντική μερίδα του παγκόσμιου πληθυσμού βιώνει ένα επιβλαβές επίπεδο άγχους που σχετίζεται με τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεται και προσλαμβάνει την κλιματική αλλαγή.
Από αυτήν τη σκοπιά ανάλυσης, σε αρκετές ερευνητικές μελέτες, έχουν αρχίσει να παρουσιάζονται και να χρησιμοποιούνται καινοφανείς επιστημονικοί όροι όπως οικο-ανησυχία (ecoanxiety), οικο-ενοχή (ecoguilt), οικο-ψυχολογία (ecopsychology),οικολογική θλίψη (ecological grief),
Βιοσφαιρική ανησυχία (biospheric concern - αν και ο όρος «βιόσφαιρα» είχε ήδη χρησιμοποιηθεί από τον Άλβιν Τόφλερ ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 70) και
solastalgia (πρόκειται για νεολογισμό που περιγράφει το άγχος για την απώλεια των ανέσεων και της «παρηγοριάς» που εξασφαλίζονται από το άμεσο (φυσικό) μας περιβάλλον.
Αν και τα περισσότερα από τα γεγονότα που συνδέονται με την κλιματική αλλαγή δεν μπορούν να αποφευχθούν πλήρως, πολλοί από τους, συνδεόμενους με αυτήν, κινδύνους για την υγεία των πολιτών είναι δυνατόν να προληφθούν μέσα από την οικοδόμηση ανθεκτικών στις κλιματολογικές προκλήσεις (climate-resilient) Συστημάτων Υγείας, με έμφαση στη μείωση του ρίσκου, στην προετοιμασία, στην άμεση απόκριση και στην αποκατάσταση. H διενέργεια μελετών εκτίμησης ευαλωτότητας - προσαρμογής και η εκπόνηση σχεδίων κατάλληλης προσαρμογής των Συστημάτων Υγείας μπορεί να συμβάλλει στον προσδιορισμό ενεργειών προτεραιότητας με άξονες την προστασία της συνολικής Υγείας από την κλιματική αλλαγή, την άμβλυνση των δυσμενών επιδράσεών της και την προσαρμογή σε αυτές, με παράλληλη βελτίωση των διαδικασιών απόφασης-στήριξης και με συνοδές εκτιμήσεις κόστους, με βασικό στόχο την αποτελεσματική μείωση του κινδύνου, μέσα από στρατηγικές διαχείρισης του ρίσκου επικείμενων καταστροφών και την ανάπτυξη περισσότερο ανθεκτικών υποδομών.
Χρίστος Χ. Λιάπης MD, MSc, PhD
Ψυχίατρος- ΔιδάκτωρΠαν/μιουΑθηνών
Πρόεδρος ΔΣ ΚΕΘΕΑ
Μέλος Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων Δημόσιας Υγείας