Νεότερες εξελίξεις και ελπίδες στην καρδιολογία
Τα αρχέγονα κύτταρα - είτε πρόκειται για εμβρυικά κύτταρα του πλακούντα ή κύτταρα από τον μυελό των οστών ή από άλλα όργανα - θεωρούνται ανώριμα κύτταρα που με την κατάλληλη επεξεργασία μπορούν να μετατραπούν σε ώριμα κύτταρα, με δυνατότητα να αντικαταστήσουν κατεστραμμένα κύτταρα διαφόρων οργάνων.
Eάν τα αρχέγονα κύτταρα μπορούν να εξελιχθούν σε ώριμα κύτταρα διαφόρων οργάνων, τότε ανοίγεται ο δρόμος προς την παραγωγή οργάνων που θα μεταμοσχεύονται όταν το φυσικό όργανο ανεπαρκεί.
Η ιδέα πράγματι υπήρξε συναρπαστική. Όμως η μεταφορά των πειραματικών δεδομένων στον άνθρωπο φαίνεται ότι προσκρούει σε σειρά βιολογικών προβλημάτων που πρέπει να επιλυθούν.
Τα αρχέγονα κύτταρα, κατά τη διαδικασία της ωρίμανσής τους, εξελίσσονται κατά τέτοιο τρόπο που να μοιάζουν απόλυτα με τα φυσιολογικά κύτταρα των οργάνων και να συνεργάζονται απόλυτα μεταξύ τους.
Άλλοτε τα αρχέγονα κύτταρα δεν εξελίσσονται σε φυσιολογικά κύτταρα αλλά σε καρκινικά, άλλοτε δεν συντονίζονται με τα υπόλοιπα κύτταρα του μυοκαρδίου και δημιουργούν εστίες αρρυθμιών, πολλές από τις οποίες ανήκουν στην κατηγορία των θανατηφόρων αρρυθμιών.
Όμως η έρευνα συνεχίζεται και τα νεότερα αποτελέσματα καλλιεργούν σοβαρές ελπίδες.
Τον τελευταίο χρόνο, τρεις εξαιρετικές μελέτες σε ισάριθμα επιστημονικά περιοδικά πρώτης γραμμής σε αξιοπιστία είδαν το φως της δημοσιότητας (Nature, Circulation Research, Lancet).
Η πρώτη μελέτη αφορούσε τη χρησιμοποίηση μιας ουσίας της θυμοσίνης – β4, η οποία διεγείρει τα κύτταρα της καρδιάς κάτω από τον εξωτερικό της χιτώνα (υπεπικάρδιο) και τα μετατρέπει σε ενεργά κύτταρα που αυξάνουν την συσταλτικότητα της καρδιάς, ανεβάζοντας το κλάσμα εξώθησης κατά 25% περίπου. Η μελέτη αυτή υπήρξε μια πειραματική μελέτη που ανοίγει τον δρόμο για την εφαρμογή της στον άνθρωπο.
Η δεύτερη μελέτη δεν είναι πειραματική. Είναι μια μελέτη που έγινε σε ανθρώπους. Συγκεκριμένα σε 167 ανθρώπους με σοβαρή στεφανιαία νόσο και στηθάγχη που δεν ανταποκρίνονταν σε οποιαδήποτε θεραπεία, χορηγήθηκαν αρχέγονα κύτταρα από το αίμα. Οι ερευνητές παρατήρησαν ότι ο αριθμός των στηθαγχικών κρίσεων μέσα σε ένα χρόνο ελαττώθηκε σημαντικά, γεγονός που απέδωσαν στο ότι τα αρχέγονα κύτταρα δημιουργούν νέες λεπτές μικρές αρτηρίες και λειτουργούν όπως το By pass που επιτυγχάνεται και με τη γνωστή εγχείρηση Βy pass.
Η τρίτη μελέτη έγινε επίσης σε ανθρώπους στους οποίους χρησιμοποιήθηκαν αρχέγονα υγιή κύτταρα από τα ίδια του πάσχοντος από καρδιακή ανεπάρκεια κατά τη διάρκεια της χειρουργικής επέμβασης By pass. Οι ερευνητές πήραν αρχέγονα κύτταρα από τμήμα του δεξιού κόλπου, τα καλλιέργησαν και όταν έφθασαν τον αριθμό των 2 εκατομμυρίων κυττάρων, τα επαναχορήγησαν μετά από 100 μέρες περίπου. Μετά από 4 μήνες από τη χορήγηση των αρχέγονων αυτών κυττάρων, διαπιστώθηκε μια σημαντική βελτίωση της απόδοσης της καρδιάς που έφθανε στο επίπεδο του 10% περίπου, με βάση το κλάσμα εξώθησης.
Βέβαια οι μελέτες αυτές δεν επιλύουν το θέμα στο σύνολο του. Θα χρειασθούν και άλλες μελέτες που όχι μόνο θα επαληθεύσουν αλλά και θα βελτιώσουν τα αποτελέσματα των συγκεκριμένων αυτών μελετών.
Οι τρεις αυτές μελέτες που δημοσιεύθηκαν στα εγκυρότερα επιστημονικά περιοδικά, φαίνεται ότι ανοίγουν νέους δρόμους και καλλιεργούν σοβαρές ελπίδες για την ουσιαστική αντιμετώπιση των καρδιοπαθειών.
Δημήτριος Θ. Κρεμαστινός
Καθηγητής Ιατρικής Σχολής
Πανεπιστημίου Αθηνών
Eάν τα αρχέγονα κύτταρα μπορούν να εξελιχθούν σε ώριμα κύτταρα διαφόρων οργάνων, τότε ανοίγεται ο δρόμος προς την παραγωγή οργάνων που θα μεταμοσχεύονται όταν το φυσικό όργανο ανεπαρκεί.
Η ιδέα πράγματι υπήρξε συναρπαστική. Όμως η μεταφορά των πειραματικών δεδομένων στον άνθρωπο φαίνεται ότι προσκρούει σε σειρά βιολογικών προβλημάτων που πρέπει να επιλυθούν.
Τα αρχέγονα κύτταρα, κατά τη διαδικασία της ωρίμανσής τους, εξελίσσονται κατά τέτοιο τρόπο που να μοιάζουν απόλυτα με τα φυσιολογικά κύτταρα των οργάνων και να συνεργάζονται απόλυτα μεταξύ τους.
Άλλοτε τα αρχέγονα κύτταρα δεν εξελίσσονται σε φυσιολογικά κύτταρα αλλά σε καρκινικά, άλλοτε δεν συντονίζονται με τα υπόλοιπα κύτταρα του μυοκαρδίου και δημιουργούν εστίες αρρυθμιών, πολλές από τις οποίες ανήκουν στην κατηγορία των θανατηφόρων αρρυθμιών.
Όμως η έρευνα συνεχίζεται και τα νεότερα αποτελέσματα καλλιεργούν σοβαρές ελπίδες.
Τον τελευταίο χρόνο, τρεις εξαιρετικές μελέτες σε ισάριθμα επιστημονικά περιοδικά πρώτης γραμμής σε αξιοπιστία είδαν το φως της δημοσιότητας (Nature, Circulation Research, Lancet).
Η πρώτη μελέτη αφορούσε τη χρησιμοποίηση μιας ουσίας της θυμοσίνης – β4, η οποία διεγείρει τα κύτταρα της καρδιάς κάτω από τον εξωτερικό της χιτώνα (υπεπικάρδιο) και τα μετατρέπει σε ενεργά κύτταρα που αυξάνουν την συσταλτικότητα της καρδιάς, ανεβάζοντας το κλάσμα εξώθησης κατά 25% περίπου. Η μελέτη αυτή υπήρξε μια πειραματική μελέτη που ανοίγει τον δρόμο για την εφαρμογή της στον άνθρωπο.
Η δεύτερη μελέτη δεν είναι πειραματική. Είναι μια μελέτη που έγινε σε ανθρώπους. Συγκεκριμένα σε 167 ανθρώπους με σοβαρή στεφανιαία νόσο και στηθάγχη που δεν ανταποκρίνονταν σε οποιαδήποτε θεραπεία, χορηγήθηκαν αρχέγονα κύτταρα από το αίμα. Οι ερευνητές παρατήρησαν ότι ο αριθμός των στηθαγχικών κρίσεων μέσα σε ένα χρόνο ελαττώθηκε σημαντικά, γεγονός που απέδωσαν στο ότι τα αρχέγονα κύτταρα δημιουργούν νέες λεπτές μικρές αρτηρίες και λειτουργούν όπως το By pass που επιτυγχάνεται και με τη γνωστή εγχείρηση Βy pass.
Η τρίτη μελέτη έγινε επίσης σε ανθρώπους στους οποίους χρησιμοποιήθηκαν αρχέγονα υγιή κύτταρα από τα ίδια του πάσχοντος από καρδιακή ανεπάρκεια κατά τη διάρκεια της χειρουργικής επέμβασης By pass. Οι ερευνητές πήραν αρχέγονα κύτταρα από τμήμα του δεξιού κόλπου, τα καλλιέργησαν και όταν έφθασαν τον αριθμό των 2 εκατομμυρίων κυττάρων, τα επαναχορήγησαν μετά από 100 μέρες περίπου. Μετά από 4 μήνες από τη χορήγηση των αρχέγονων αυτών κυττάρων, διαπιστώθηκε μια σημαντική βελτίωση της απόδοσης της καρδιάς που έφθανε στο επίπεδο του 10% περίπου, με βάση το κλάσμα εξώθησης.
Βέβαια οι μελέτες αυτές δεν επιλύουν το θέμα στο σύνολο του. Θα χρειασθούν και άλλες μελέτες που όχι μόνο θα επαληθεύσουν αλλά και θα βελτιώσουν τα αποτελέσματα των συγκεκριμένων αυτών μελετών.
Οι τρεις αυτές μελέτες που δημοσιεύθηκαν στα εγκυρότερα επιστημονικά περιοδικά, φαίνεται ότι ανοίγουν νέους δρόμους και καλλιεργούν σοβαρές ελπίδες για την ουσιαστική αντιμετώπιση των καρδιοπαθειών.
Δημήτριος Θ. Κρεμαστινός
Καθηγητής Ιατρικής Σχολής
Πανεπιστημίου Αθηνών