Μηνιγγιτιδόκοκκος (Neisseria meningitidis)
Τι είναι
Κόκκος Gram-αρνητικός με εξωτερικό περίβλημα (κάψα ή έλυτρο) και χαρακτηριστική διάταξη σε ζευγάρια σαν τους κόκκους του καφέ. Ο μηνιγγιτιδόκοκκος γύρω από το κυτταρικό τοίχωμα έχει έλυτρο από πολυσακχαρίδιο. Με βάση τα αντιγόνα του πολυσακχαριδικού ελύτρου διακρίνονται 13 ορολογικές ομάδες, από τις οποίες οι κύριες (προκαλούν επιδημίες) είναι πέντε: Α, Β, C, Y και W.
Πού βρίσκεται
Ο μηνιγγιτιδόκοκκος δε ζει στο περιβάλλον. Βρίσκεται αποκλειστικά στον άνθρωπο και αποικίζει τον ρινοφάρυγγα. Σε ποσοστό που κυμαίνεται από 5 έως 20%, ο μηνιγγιτιδόκοκκος βρίσκεται σε υγιή άτομα. Πιο συχνά βρίσκεται στους εφήβους και νεαρούς ενήλικες. Το ποσοστό αυτό είναι αυξημένο (από 40 μέχρι και 90%), όταν υπάρχουν επιδημίες, όπως συμβαίνει στους χειμερινούς μήνες (συνήθως τέλος του χειμώνα) και στην αρχή της άνοιξης. Συνήθως οι λοιμώξεις είναι σποραδικές. Μεγάλες επιδημίες από το μηνιγγιτιδόκοκκο συμβαίνουν στην υποσαχάρια περιοχή (από τη Σενεγάλη μέχρι την Αιθιοπία) την ξηρή εποχή (από το Δεκέμβριο μέχρι τον Ιούνιο). Στο βόρειο ημισφαίριο συνήθως παρατηρείται έξαρση κάθε 7 με 10 χρόνια.
Πώς μεταδίδεται
Μεταδίδεται με τα σταγονίδια, που εκπέμπονται κυρίως με το φτάρνισμα και το βήχα. Επίσης μεταδίδεται με αργό ερωτικό φίλημα (στόμα με στόμα) και με σύγχρονη χρησιμοποίηση κοινών αντικειμένων (μαχαιροπήρουνων, πιάτων, ποτηριών).
Χρόνος επώασης
2–6 ημέρες, μερικές φορές όμως η λοίμωξη εκδηλώνεται αργότερα (μέχρι 10 ημέρες).
Ποιες λοιμώξεις προκαλεί
Προκαλεί μηνιγγίτιδα, λοίμωξη που προσβάλλει το κεντρικό νευρικό σύστημα (βλ. κεφ. «Μικρόβια και λοιμώξεις του κεντρικού νευρικού συστήματος») με υψηλό πυρετό, που εμφανίζεται απότομα, και συνοδεύεται από σπασμούς, δυσκαμψία του αυχένα, πονοκέφαλο, εμέτους, απώλεια επαφής με το περιβάλλον (κώμα) και δερματικά αιμορραγικά εξανθήματα (πετέχιες). Στα βρέφη η συμπτωματολογία είναι άτυπη και υπάρχει συχνά τεράστιο διαγνωστικό πρόβλημα. Σε όλες τις περιπτώσεις μηνιγγίτιδας, ο μηνιγγιτιδόκοκκος κυκλοφορεί στο αίμα. Όμως στις μισές περίπου περιπτώσεις η λοίμωξη εκδηλώνεται μόνο με σηψαιμία (κυκλοφορία και πολλαπλασιασμό του μηνιγγιτιδόκοκκου στο αίμα). Εάν δεν χορηγηθεί αμέσως θεραπεία, η σηψαιμία μπορεί να καταλήξει σε πολυοργανική ανεπάρκεια (ήπατος, νεφρών) και καταστροφή των επινεφριδίων. Η κατάσταση αυτή συνοδεύεται από αιμορραγικά εξανθήματα και συνήθως καταλήγει σε θάνατο.
Διαγνωστική προσέγγιση
Η εργαστηριακή διάγνωση γίνεται με εξέταση του εγκεφαλονωτιαίου υγρού που λαμβάνεται με οσφυονωτιαία παρακέντηση. Γίνεται μικροσκόπηση όπου παρατηρούνται πολλά πυοσφαίρια και οι χαρακτηριστικοί διπλόκοκκοι (ισχυρή ένδειξη για την ύπαρξη του μηνιγγιτιδόκοκκου). Η μικροσκοπική εξέταση αποτελεί μια αξιόπιστη και ταχεία μέθοδο για την άμεση διάγνωση. Η εξέταση αυτή μπορεί να γίνει και στο υλικό που λαμβάνεται με βελόνα από το αιμορραγικό εξάνθημα του δέρματος. Άμεσο αποτέλεσμα λαμβάνεται επίσης με ανίχνευση των αντιγόνων ή με ανίχνευση του DNA του μικροβίου με μοριακές μεθόδους (PCr). Για την οριστική διάγνωση γίνεται καλλιέργεια σε ειδικά θρεπτικά υλικά.
Θεραπευτική προσέγγιση
Υπάρχουν δραστικά αντιβιοτικά τα οποία χορηγούνται αμέσως μόλις τεθεί η διάγνωση ή και ακόμη μόλις τεθεί η κλινική υποψία της μηνιγγίτιδας, κατόπιν ιατρικής εντολής. Σημειώνεται ότι δεν απαιτείται έλεγχος ευαισθησίας στο μηνιγγιτιδόκοκκο.
Προφύλαξη
Υπάρχει προληπτικός εμβολιασμός με βάση πολυσακχαριδικά αντιγόνα, ο οποίος προφυλάσσει μόνο για ορισμένους οροτύπους του μικροβίου (A, C, W, Y). Τα πολυσακχαριδικά εμβόλια δεν είναι αποτελεσματικά σε παιδιά κάτω των 3 ετών. Σήμερα κυκλοφορούν εμβόλια που έχουν ως αντιγόνα πολυσακχαρίδια του μηνιγγιτιδόκοκκου ενωμένα με πρωτεΐνες και τα οποία είναι αποτελεσματικά για παιδιά κάτω των 3 ετών (βλ. κεφ. «Τα εμβόλια»). Μέχρι σήμερα δεν υπήρχε εμβόλιο για τον συχνά εμφανιζόμενο ορότυπο Β (ο ορότυπος Β δεν είναι καλό ανοσογόνο) όμως πολύ σύντομα θα είναι διαθέσιμο ανασυνδυασμένο εμβόλιο για τον ορότυπο Β. Τα αντισώματα παράγονται 7–10 ημέρες μετά τον εμβολιασμό και η προστασία που παρέχουν διαρκεί 3 χρόνια.
Σε περίπτωση μηνιγγίτιδας συνιστάται, εκτός από τη θεραπεία, απομόνωση των πασχόντων. Τα άτομα που έρχονται σε στενή επαφή με πάσχοντες, πρέπει να πάρουν οπωσδήποτε προφυλακτικά αντιβιοτικά. Η άποψη, ότι σε περίπτωση μηνιγγιτιδοκοκκικής μηνιγγίτιδας ή και σηψαιμίας πρέπει να γίνεται απολύμανση του περιβάλλοντος είναι τελείως λάθος, καθ’ όσον ο μηνιγγιτιδόκοκκος δε ζει στο εξωτερικό περιβάλλον.
Στέλιος Χατζηπαναγιώτου
Ιατρός Βιοπαθολόγος – Κλινικός Μικροβιολόγος
Αναπληρωτής Καθηγητής Μικροβιολογίας στην Ιατρική Σχολή της Αθήνας
Νικόλαος–Στέφανος Ι. Λεγάκης
Ομότιμος Καθηγητής Μικροβιολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών
Επίτιμος Πρόεδρος της Ελληνικής Μικροβιολογικής Εταιρείας και της Πανελλήνιας Ένωσης Ιατρικής Βιοπαθολογίας
Απο το βιβλίο "ΤΑ ΜΙΚΡΟΒΙΑ ΚΑΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ" (http://www.tamikrovia.gr)
Διαβάστε περισσότερα άρθρα...
Κόκκος Gram-αρνητικός με εξωτερικό περίβλημα (κάψα ή έλυτρο) και χαρακτηριστική διάταξη σε ζευγάρια σαν τους κόκκους του καφέ. Ο μηνιγγιτιδόκοκκος γύρω από το κυτταρικό τοίχωμα έχει έλυτρο από πολυσακχαρίδιο. Με βάση τα αντιγόνα του πολυσακχαριδικού ελύτρου διακρίνονται 13 ορολογικές ομάδες, από τις οποίες οι κύριες (προκαλούν επιδημίες) είναι πέντε: Α, Β, C, Y και W.
Πού βρίσκεται
Ο μηνιγγιτιδόκοκκος δε ζει στο περιβάλλον. Βρίσκεται αποκλειστικά στον άνθρωπο και αποικίζει τον ρινοφάρυγγα. Σε ποσοστό που κυμαίνεται από 5 έως 20%, ο μηνιγγιτιδόκοκκος βρίσκεται σε υγιή άτομα. Πιο συχνά βρίσκεται στους εφήβους και νεαρούς ενήλικες. Το ποσοστό αυτό είναι αυξημένο (από 40 μέχρι και 90%), όταν υπάρχουν επιδημίες, όπως συμβαίνει στους χειμερινούς μήνες (συνήθως τέλος του χειμώνα) και στην αρχή της άνοιξης. Συνήθως οι λοιμώξεις είναι σποραδικές. Μεγάλες επιδημίες από το μηνιγγιτιδόκοκκο συμβαίνουν στην υποσαχάρια περιοχή (από τη Σενεγάλη μέχρι την Αιθιοπία) την ξηρή εποχή (από το Δεκέμβριο μέχρι τον Ιούνιο). Στο βόρειο ημισφαίριο συνήθως παρατηρείται έξαρση κάθε 7 με 10 χρόνια.
Πώς μεταδίδεται
Μεταδίδεται με τα σταγονίδια, που εκπέμπονται κυρίως με το φτάρνισμα και το βήχα. Επίσης μεταδίδεται με αργό ερωτικό φίλημα (στόμα με στόμα) και με σύγχρονη χρησιμοποίηση κοινών αντικειμένων (μαχαιροπήρουνων, πιάτων, ποτηριών).
Χρόνος επώασης
2–6 ημέρες, μερικές φορές όμως η λοίμωξη εκδηλώνεται αργότερα (μέχρι 10 ημέρες).
Ποιες λοιμώξεις προκαλεί
Προκαλεί μηνιγγίτιδα, λοίμωξη που προσβάλλει το κεντρικό νευρικό σύστημα (βλ. κεφ. «Μικρόβια και λοιμώξεις του κεντρικού νευρικού συστήματος») με υψηλό πυρετό, που εμφανίζεται απότομα, και συνοδεύεται από σπασμούς, δυσκαμψία του αυχένα, πονοκέφαλο, εμέτους, απώλεια επαφής με το περιβάλλον (κώμα) και δερματικά αιμορραγικά εξανθήματα (πετέχιες). Στα βρέφη η συμπτωματολογία είναι άτυπη και υπάρχει συχνά τεράστιο διαγνωστικό πρόβλημα. Σε όλες τις περιπτώσεις μηνιγγίτιδας, ο μηνιγγιτιδόκοκκος κυκλοφορεί στο αίμα. Όμως στις μισές περίπου περιπτώσεις η λοίμωξη εκδηλώνεται μόνο με σηψαιμία (κυκλοφορία και πολλαπλασιασμό του μηνιγγιτιδόκοκκου στο αίμα). Εάν δεν χορηγηθεί αμέσως θεραπεία, η σηψαιμία μπορεί να καταλήξει σε πολυοργανική ανεπάρκεια (ήπατος, νεφρών) και καταστροφή των επινεφριδίων. Η κατάσταση αυτή συνοδεύεται από αιμορραγικά εξανθήματα και συνήθως καταλήγει σε θάνατο.
Διαγνωστική προσέγγιση
Η εργαστηριακή διάγνωση γίνεται με εξέταση του εγκεφαλονωτιαίου υγρού που λαμβάνεται με οσφυονωτιαία παρακέντηση. Γίνεται μικροσκόπηση όπου παρατηρούνται πολλά πυοσφαίρια και οι χαρακτηριστικοί διπλόκοκκοι (ισχυρή ένδειξη για την ύπαρξη του μηνιγγιτιδόκοκκου). Η μικροσκοπική εξέταση αποτελεί μια αξιόπιστη και ταχεία μέθοδο για την άμεση διάγνωση. Η εξέταση αυτή μπορεί να γίνει και στο υλικό που λαμβάνεται με βελόνα από το αιμορραγικό εξάνθημα του δέρματος. Άμεσο αποτέλεσμα λαμβάνεται επίσης με ανίχνευση των αντιγόνων ή με ανίχνευση του DNA του μικροβίου με μοριακές μεθόδους (PCr). Για την οριστική διάγνωση γίνεται καλλιέργεια σε ειδικά θρεπτικά υλικά.
Θεραπευτική προσέγγιση
Υπάρχουν δραστικά αντιβιοτικά τα οποία χορηγούνται αμέσως μόλις τεθεί η διάγνωση ή και ακόμη μόλις τεθεί η κλινική υποψία της μηνιγγίτιδας, κατόπιν ιατρικής εντολής. Σημειώνεται ότι δεν απαιτείται έλεγχος ευαισθησίας στο μηνιγγιτιδόκοκκο.
Προφύλαξη
Υπάρχει προληπτικός εμβολιασμός με βάση πολυσακχαριδικά αντιγόνα, ο οποίος προφυλάσσει μόνο για ορισμένους οροτύπους του μικροβίου (A, C, W, Y). Τα πολυσακχαριδικά εμβόλια δεν είναι αποτελεσματικά σε παιδιά κάτω των 3 ετών. Σήμερα κυκλοφορούν εμβόλια που έχουν ως αντιγόνα πολυσακχαρίδια του μηνιγγιτιδόκοκκου ενωμένα με πρωτεΐνες και τα οποία είναι αποτελεσματικά για παιδιά κάτω των 3 ετών (βλ. κεφ. «Τα εμβόλια»). Μέχρι σήμερα δεν υπήρχε εμβόλιο για τον συχνά εμφανιζόμενο ορότυπο Β (ο ορότυπος Β δεν είναι καλό ανοσογόνο) όμως πολύ σύντομα θα είναι διαθέσιμο ανασυνδυασμένο εμβόλιο για τον ορότυπο Β. Τα αντισώματα παράγονται 7–10 ημέρες μετά τον εμβολιασμό και η προστασία που παρέχουν διαρκεί 3 χρόνια.
Σε περίπτωση μηνιγγίτιδας συνιστάται, εκτός από τη θεραπεία, απομόνωση των πασχόντων. Τα άτομα που έρχονται σε στενή επαφή με πάσχοντες, πρέπει να πάρουν οπωσδήποτε προφυλακτικά αντιβιοτικά. Η άποψη, ότι σε περίπτωση μηνιγγιτιδοκοκκικής μηνιγγίτιδας ή και σηψαιμίας πρέπει να γίνεται απολύμανση του περιβάλλοντος είναι τελείως λάθος, καθ’ όσον ο μηνιγγιτιδόκοκκος δε ζει στο εξωτερικό περιβάλλον.
Στέλιος Χατζηπαναγιώτου
Ιατρός Βιοπαθολόγος – Κλινικός Μικροβιολόγος
Αναπληρωτής Καθηγητής Μικροβιολογίας στην Ιατρική Σχολή της Αθήνας
Νικόλαος–Στέφανος Ι. Λεγάκης
Ομότιμος Καθηγητής Μικροβιολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών
Επίτιμος Πρόεδρος της Ελληνικής Μικροβιολογικής Εταιρείας και της Πανελλήνιας Ένωσης Ιατρικής Βιοπαθολογίας
Απο το βιβλίο "ΤΑ ΜΙΚΡΟΒΙΑ ΚΑΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ" (http://www.tamikrovia.gr)
Διαβάστε περισσότερα άρθρα...