Καπνιστικές συνήθειες και καρδιαγγειακή νόσος


Το κάπνισμα είναι ένας από τους σημαντικότερους τροποποιήσιμους παράγοντες κινδύνου για την εμφάνιση καρδιαγγειακής νόσου, αποφρακτικής πνευμονοπάθειας ή εγκεφαλικού. Το 1999 υπολογίζεται ότι χάθηκαν 4 εκατομμύρια άνθρωποι λόγω του καπνίσματος, ενώ το 2000 ο αριθμός αυτός αυξήθηκε σε 4,2 εκατομμύρια. Το κάπνισμα ευθύνεται για το 22% των θανάτων στους άντρες και το 5% στις γυναίκες, παγκοσμίως. Οι άντρες μέσης ηλικίας που καπνίζουν διατρέχουν τριπλάσιο έως εξαπλάσιο κίνδυνο για την εμφάνιση θανατηφόρου καρδιακού επεισοδίου απ' ό,τι μη καπνιστές συνομήλικοί τους, ανεξαρτήτως άλλων παραγόντων κινδύνου. Στις γυναίκες το κάπνισμα 1-4 τσιγάρων/ημέρα συνδέεται με διπλάσιο κίνδυνο ισχαιμικής καρδιοπάθειας, ενώ για κάπνισμα άνω των 35 τσιγάρων/ημέρα ο κίνδυνος για τις καπνίστριες είναι 6 φορές μεγαλύτερος σε σύγκριση με τις μη καπνίστριες.

Η Ελλάδα είναι μία από τις πρώτες χώρες στην Ευρώπη σε σχετικό αριθμό κατανάλωσης τσιγάρων και καταλαμβάνει διεθνώς την έβδομη θέση στη διαφημιστική δαπάνη για τον καπνό. Μεταξύ των ετών 1970 - 1995 η κατανάλωση τσιγάρων στη χώρα μας στα άτομα ηλικίας 35 - 69 ετών αυξήθηκε κατά 152%, ενώ οι θάνατοι που οφείλονται στο κάπνισμα παρουσίασαν αύξηση ίση με 160%. Πρόσφατα δημοσιευμένα στοιχεία από την μελέτη «ΑΤΤΙΚΗ» της Α' Καρδιολογικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, όπου συμπεριλήφθησαν περίπου 1.500 άντρες και 1.500 γυναίκες από το νομό Αττικής, η συχνότητα των ενεργών καπνιστικών συνηθειών μεταξύ των ενηλίκων αντρών εκτιμάται ίση με 47% ενώ στις γυναίκες στο 40%. Επίσης 19% των ανδρών και 6% των γυναικών δήλωσαν πρώην καπνιστές.

Εκτός όμως από το ενεργητικό κάπνισμα, το παθητικό κάπνισμα, δηλαδή η έκθεση μη καπνιστών σε καπνό του περιβάλλοντος, έχει όλες τις οξείες και χρόνιες βλαβερές ιδιότητες του ενεργητικού καπνίσματος. Με βάση τα πρώτα αποτελέσματα της μελέτης ΑΤΤΙΚΗ σχετικά με το παθητικό κάπνισμα φάνηκε ότι: (α) το 45% των αντρών και το 37% των γυναικών μη καπνιστών εκτίθενται σε καπνό τσιγάρου τουλάχιστον μία φορά ημερησίως, (β) η έκθεση είναι κυρίως στο χώρο εργασίας και σε δημόσιους χώρους (πριν από τα μέτρα της πολιτείας το 2002), (γ) το 85% των πολιτών δεν πιστεύει στις βλαβερές συνέπειες του παθητικού καπνίσματος, (δ) η έκθεση σε παθητικό κάπνισμα αυξάνει διάφορους δείκτες φλεγμονής σε ποσοστό ισοδύναμο του ενεργητικού καπνίσματος.

Γιατί όμως και η εισπνοή καπνού περιβάλλοντος είναι βλαπτική; Ο καπνός του περιβάλλοντος από ένα τσιγάρο που σιγοκαίει σε σύγκριση με το καπνό που εισπνέει άμεσα ο καπνιστής έχει 2,5 με 4,7 φορές περισσότερο μονοξείδιο του άνθρακα, 8 με 11 φορές περισσότερο διοξείδιο του άνθρακα, 5,6 με 8,3 φορές φορμαλδεΰδη, 2 με 5 φορές ακετόνη, 40 με 170 φορές αμμωνία, 2,6 με 3,3 φορές νικοτίνη, 7,2 φορές κάδμιο, 13 με 30 φορές νικέλιο, έως 4 φορές το ραδιονουκλεοτίδιο πολώνιο-210, αρωματικούς πολυκυκλικούς υδρογονάνθρακες, αρωματικές αμίνες και άλλες γνωστές καρκινογόνες ουσίες. Επιπλέον, η περιστασιακή έκθεση στο παθητικό κάπνισμα αυξάνει τον καρδιοαγγειακό κίνδυνο κατά 58%, ενώ η συστηματική έκθεση κατά 91%. Ο κίνδυνος είναι μεγαλύτερος για τις γυναίκες. Επίσης το παθητικό κάπνισμα προάγει την αθηροσκλήρυνση μέσω ενεργοποίησης φλεγμονωδών και οξειδωτικών μηχανισμών μειώνοντας τα επίπεδα της HD-χοληστερόλης, αυξάνοντας τη συγκολλητικότητα των αιμοπεταλίων και διαταράσσοντας την ενδοθηλιακή λειτουργία. Το παθητικό κάπνισμα σε σύγκριση με ένα άτομο που δεν εκτίθεται σε καπνό αυξάνει τον συνολικό καρδιαγγειακό κίνδυνο κατά 25%, τον κίνδυνο καρδιακού επεισοδίου κατά 32% και τον κίνδυνο θανατηφόρου καρδιακού επεισοδίου κατά 14%.

Πολλές μελέτες στο παρελθόν, αλλά και σύγχρονα δεδομένα που αφορούν και τη χώρα μας δείχνουν ότι το πρόβλημα είναι ιδιαίτερα σημαντικό. Παρ' όλα αυτά μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού δεν φαίνεται να πείθεται από τις παραινέσεις των ειδικών και της πολιτείας. Μέτρα έχουν παρθεί και στο παρελθόν, ας ελπίσουμε αυτή τη φορά τα μέτρα της πολιτείας να πιάσουν τόπο.

Χριστόδουλος Ι. Στεφανάδης
Καθηγητής Καρδιολογίας
Πρόεδρος Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών


    Στην κορυφή