Η σοκολάτα στο μικροσκόπιο: οφέλη και προβληματισμοί


Η σοκολάτα είναι ένα τρόφιμο που καταναλώνεται ευρύτατα ανά τον κόσμο και μάλιστα με ιδιαίτερη ευχαρίστηση. Αν και η άποψη που επικρατούσε επί χρόνια ήταν ότι η κατανάλωση σοκολάτας συμβάλλει θετικά στην εκδήλωση της παχυσαρκίας και του σακχαρώδη διαβήτη, τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια έξαρση του επιστημονικού ενδιαφέροντος για τις θετικές δράσεις της σοκολάτας ειδικά στο καρδιαγγειακό σύστημα του ανθρώπου, για τις οποίες υπάρχει τεκμηρίωση από σημαντικό αριθμό κλινικών και επιδημιολογικών δεδομένων.

Η σοκολάτα παράγεται από τους καρπούς του κακαόδεντρου που φέρει τη λατινική ονομασία Theobroma cacao. Οι καρποί αυτοί, δηλαδή οι κόκκοι του κακάο, περιέχουν σε μεγάλη αναλογία μια κατηγορία ωφέλιμων συστατικών που λέγονται φλαβανόλες ή αλλιώς κατεχίνες, οι οποίες ανήκουν στα λεγόμενα φλαβονοειδή. Τα φλαβονοειδή ανήκουν στην ευρύτερη κατηγορία των πολυφαινολών, που θεωρούνται πολύτιμες για τον οργανισμό αντιοξειδωτικές ουσίες με τεκμηριωμένες ευεργετικές ιδιότητες. Θα πρέπει ωστόσο να επισημανθεί ότι το κακάο και η σοκολάτα δεν αποτελούν τη μοναδική πηγή πολυφαινολών. Όπως φαίνεται και στον Πίνακα 1, υπολογίσιμες συγκεντρώσεις φλαβανολών περιέχονται σε φρούτα όπως τα κεράσια, τα βερίκοκα, τα ροδάκινα και τα μήλα, στο πράσινο και το μαύρο τσάι και στο κόκκινο κρασί. Η περιεκτικότητα πολυφαινολών που υπάρχει σε 10 γραμμάρια μαύρης σοκολάτας κυμαίνεται μεταξύ 120 και 150 χιλιοστών του γραμμαρίου. Η ποσότητα αυτή είναι κατά 5 περίπου φορές μεγαλύτερη στην περίπτωση της σκόνης κακάο, ενώ ελαττώνεται σημαντικά στη σοκολάτα γάλακτος. Εκτός όμως από τους πολύτιμους αυτούς αντιοξειδωτικούς παράγοντες που λέγονται πολυφαινόλες, οι κόκκοι του κακάο περιέχουν και άλλα ωφέλιμα συστατικά που προάγουν την καλή υγεία του καρδιαγγειακού μας συστήματος. Για παράδειγμα, το κακάο περιέχει μικρές ποσότητες φυτικών στερολών και φυτικών ινών που έχει δειχθεί ότι μπορούν να συμβάλουν σε κάποιο βαθμό στη μείωση των λιπιδίων του αίματος. Επιπλέον, στο κακάο περιέχονται πολύτιμα μέταλλα και ιχνοστοιχεία όπως ασβέστιο, κάλιο, μαγνήσιο και χαλκός, που μπορούν επίσης να συμβάλουν στην ελάττωση του καρδιαγγειακού κινδύνου, επηρεάζοντας θετικά είτε τα επίπεδα των λιπιδίων είτε τα επίπεδα της αρτηριακής πίεσης. Αν και το ξηρό βάρος των κόκκων κακάο αποτελείται σε μεγάλο ποσοστό από λίπος (50-57%), η σύνθεση αυτού του λίπους είναι τέτοια που δεν οδηγεί σε αύξηση των λιπιδίων, αλλά απεναντίας ασκεί μια μάλλον ουδέτερη ή οριακά ευνοϊκή δράση στα λιπίδια του αίματος.

Επιδημιολογικές μελέτες παρατήρησης αλλά και μακροχρόνιας παρακολούθησης έχουν δείξει ότι η κατανάλωση προϊόντων κακάο και σοκολάτας προστατεύει σημαντικά από την εμφάνιση καρδιαγγειακών νοσημάτων. Σύμφωνα με μια πρόσφατη ανάλυση επτά μελετών που πραγματοποιήθηκαν σε ένα σύνολο 114.009 συμμετεχόντων από την Ιαπωνία, την Ολλανδία, τη Σουηδία, τη Γερμανία και τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, η σχετικά υψηλή κατανάλωση σοκολάτας σχετίζεται με μείωση του κινδύνου εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου κατά 37% και μείωση του κινδύνου εμφάνισης αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου κατά 29%, ενώ ουδέτερη φαίνεται να είναι η επίδραση στον κίνδυνο ανάπτυξης καρδιακής ανεπάρκειας. Επίσης, από τα δεδομένα της μίας και μοναδικής εξ όσων γνωρίζουμε μελέτης που εξέτασε τη σχέση της σοκολάτας με τον σακχαρώδη διαβήτη, διαπιστώθηκε ότι η κατανάλωση σοκολάτας προλαμβάνει σημαντικά τη μελλοντική εκδήλωση διαβήτη σε πληθυσμό Ιαπώνων ανδρών. Δεν μπορούμε ωστόσο με βάση τη συγκεκριμένη ανάλυση να αποφανθούμε για το ποια μορφή σοκολάτας προσφέρει τα περισσότερα καρδιαγγειακά και μεταβολικά οφέλη, καθώς σε όλες τις επιμέρους μελέτες που ενσωματώθηκαν στην ανάλυση αυτή δεν έγινε διαχωρισμός μεταξύ λευκής και μαύρης σοκολάτας, ούτε υπήρχαν λεπτομερή δεδομένα για συγκεκριμένες μορφές πρόσληψης σοκολάτας (π.χ. μπάρες σοκολάτας, σοκολατούχα ροφήματα, επιδόρπια με σοκολάτα κλπ.). Ενδέχεται η διαφορετική περιεκτικότητα σε κακάο, ζάχαρη και γάλα που έχουν οι διάφοροι τύποι σοκολατούχων ποτών και τροφίμων να επηρεάζει σε διαφορετικό βαθμό την καρδιαγγειακή υγεία των καταναλωτών, αλλά αυτό μπορεί να επιβεβαιωθεί μόνο μέσα από σωστά σχεδιασμένες κλινικές μελέτες, που θα διερευνούν την επίδραση διαφορετικών ειδών σοκολατούχων προϊόντων στους δείκτες υγείας των ατόμων που τα καταναλώνουν.

Υπάρχουν αρκετοί μηχανισμοί με τους οποίους οι πολυφαινόλες που περιέχονται στη σοκολάτα επηρεάζουν θετικά τη λειτουργία της καρδιάς και των αγγείων, όπως συνοψίζεται στον Πίνακα 2. Καταρχήν, όπως προαναφέρθηκε, οι πολυφαινόλες αυξάνουν τη συνολική αντιοξειδωτική ικανότητα του οργανισμού παρέχοντας σημαντική ασπίδα προστασίας όχι μόνο για την εμφάνιση καρδιαγγειακών νοσημάτων, αλλά και πολλών άλλων νοσημάτων φθοράς, όπως είναι η νευροεκφυλιστική άνοια Alzheimer και οι κακοήθειες. Σε ό,τι αφορά ειδικά το καρδιαγγειακό σύστημα, η αντιοξειδωτική δράση των πολυφαινολών συνίσταται στην παρεμπόδιση της μετατροπής της <<κακής>> χοληστερόλης του οργανισμού στην επιβλαβή οξειδωμένη της μορφή. Η δράση αυτή είναι σημαντική, καθώς η οξειδωμένη μορφή της <<κακής>> χοληστερόλης αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για τη δημιουργία των αθηρωματικών πλακών, που στενεύουν τον αυλό των αγγείων και οδηγούν συχνά σε εμφράγματα του μυοκαρδίου και εγκεφαλικά επεισόδια. Οι πολυφαινόλες διαθέτουν επίσης σημαντικές αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες. Και αυτή τους η δράση θεωρείται σημαντική, καθώς έχει δειχθεί ότι η χρόνια χαμηλού βαθμού φλεγμονή αποτελεί τη βάση γένεσης των καρδιαγγειακών και όχι μόνο νοσημάτων. Επιπλέον, οι πολυφαινόλες έχουν την ικανότητα να βελτιώνουν σημαντικά τη λειτουργία του ενδοθηλίου, που αποτελεί την εσωτερική επικάλυψη του τοιχώματος των αγγείων και καθορίζει σε μεγάλο βαθμό το πόσο ελαστικά ή σκληρά θα είναι τα αγγεία μας. Το <<καλό>> ενδοθήλιο είναι πιο ανθεκτικό στη δημιουργία αθηρωματικών πλακών, αναγεννάται εύκολα μετά από τραυματισμούς και παράγει ουσίες με αγγειοδιασταλτική δράση, που κρατούν τα αγγεία ανοικτά εξασφαλίζοντας καλή αιμάτωση σε ιστούς και όργανα. Έχει επίσης υποστηριχθεί ότι οι πολυφαινόλες κάνουν τους ιστούς του σώματος πιο δεκτικούς και ευαίσθητους στη δράση της ινσουλίνης που φυσιολογικά παράγει ο οργανισμός μας, και μειώνουν την ενεργοποίηση των αιμοπεταλίων ώστε να μην σχηματίζονται τόσο εύκολα θρόμβοι στα αγγεία μας. Πρόσθετες θετικές δράσεις των πολυφαινολών που χρήζουν ωστόσο περαιτέρω τεκμηρίωσης περιλαμβάνουν τη μικρού βαθμού ελάττωση της αρτηριακής πίεσης και των λιπιδίων του αίματος, ειδικά σε όσους παρουσιάζουν διαταραχές των παραμέτρων αυτών.

Αν και όλες οι μορφές της σοκολάτας περιέχουν ωφέλιμα συστατικά, η μαύρη σοκολάτα είναι αυτή που έχει μελετηθεί περισσότερο λόγω της αξιοσημείωτα υψηλής της περιεκτικότητας σε πολυφαινόλες. Σύμφωνα με τα ενδιαφέρονται ευρήματα μιας ομάδας ερευνητών της Ιατρικής Σχολής του Harvard, η κατανάλωση μαύρης σοκολάτας έστω και για μικρό χρονικό διάστημα μπορεί να οδηγήσει σε μικρού βαθμού μείωση των επιπέδων της ολικής και της λεγόμενης <<κακής>> χοληστερόλης στο αίμα, χωρίς ωστόσο να επηρεάζει σημαντικά τα επίπεδα των τριγλυκεριδίων και της λεγόμενης <<καλής>> χοληστερόλης. Τα αποτελέσματα αυτά παρουσιάζουν ενδιαφέρον, καθώς έρχονται σε αντίθεση με αυτό που ενδεχομένως θα ανέμενε κανείς, ότι δηλαδή η μαύρη σοκολάτα λόγω της υψηλής της περιεκτικότητας σε θερμίδες και κορεσμένο λίπος επιδρά αρνητικά στα λιπίδια του αίματος.

Συμπερασματικά, η σοκολάτα διαθέτει πολλές ευνοϊκές δράσεις για την υγεία του ανθρώπου, ειδικά σε ό,τι αφορά τη λειτουργία της καρδιάς και των αγγείων. Αυτό αποτελεί δικαίωση και ταυτόχρονα απενοχοποίηση για τους εκατομμύρια λάτρεις της σοκολάτας ανά τον κόσμο. Ωστόσο, είναι σημαντικό να τονιστεί ότι δεν έχουμε προς το παρόν στη διάθεσή μας μεγάλες κλινικές μελέτες που να έχουν σχεδιαστεί ειδικά για να απαντήσουν στο ερώτημα αν η σοκολάτα μειώνει σε βάθος χρόνου την επίπτωση και κυρίως τη θνητότητα των καρδιαγγειακών νοσημάτων. Επιπλέον, η σύσταση για ανεξέλεγκτη κατανάλωση σοκολάτας κρίνεται παρακινδυνευμένη, ειδικά σε άτομα με αυξημένο σωματικό βάρος. Τα σοκολατούχα προϊόντα που κυκλοφορούν στο εμπόριο περιέχουν συνήθως μεγάλη ποσότητα ζάχαρης και θερμίδων και θα πρέπει να καταναλώνονται με μέτρο. Υπενθυμίζεται εξάλλου ότι τα φρούτα και το πράσινο τσάι αποτελούν εξίσου καλές πηγές πολυφαινολών με σημαντικά μικρότερη θερμιδική περιεκτικότητα, και θα πρέπει συνεπώς να προτιμώνται ανεπιφύλακτα έναντι της σοκολάτας στα πλαίσια ενός ισορροπημένου και ολιγοθερμιδικού διαιτολογίου που αποσκοπεί στη διατήρηση φυσιολογικού βάρους σώματος.

 Η σοκολάτα είναι ένα τρόφιμο που καταναλώνεται ευρύτατα

























Αν και η άποψη που επικρατούσε επί χρόνια ήταν ότι η κατανάλωση σοκολάτας συμβάλλει θετικά στην εκδήλωση της παχυσαρκίας και του σακχαρώδη διαβήτη






















Χρυσή Χ. Κολιάκη, Ιατρός
Νικόλαος Λ. Κατσιλάμπρος, Ομότιμος Καθηγητής Παθολογίας Πανεπιστημίου Αθηνών


    Στην κορυφή