Η ανατομία της ζήλειας


Η ζήλεια είναι ένα συναίσθημα τόσο στενά συνυφασμένο με τον έρωτα, που θα μπορούσε να θεωρηθεί θεμελιώδες και αναντικατάστατο συστατικό του. Έχει βιωθεί από όλους, όσους έχουν τρωθεί από τα ιοβόλα βέλη της ύπουλης και πανάρχαιας θεότητας, ενώ αποτέλεσε κίνητρο για παράτολμες και απονενοημένες πράξεις, που ενέπνευσαν την τέχνη όλων των εποχών και πολιτισμών της υδρογείου.

Η ζήλεια, ως ψυχική ένταση έχει καταδυναστεύσει την καρδιά και το νου συνετών και μη εραστών, ενώ η ασυγκράτητη καθολικότητα τη νομιμοποιεί υποσυνείδητα, εκτός από τις περιπτώσεις που οδηγεί στα άκρα, απειλώντας και τη ζωή ακόμα του αποδέκτη, αλλά και την πνευματική ισορροπία του κατακυριευμένου από αυτήν.

Ο πάσχων αποστασιοποιείται από τον εαυτό, καταλαμβάνεται από συστηματικές παρανοικές σκέψεις και σενάρια, φαντασιώνει τις βασανιστικές λεπτομέρειες της απιστίας, συνδέει πραγματικά και άσχετα στοιχεία, για να τεκμηριώσει την ενοχή, ταλανίζεται από ατέρμονα ροή φορτισμένων σκέψεων, κατακλύζεται από πλημμυρίδα ατελέσφορων συναισθημάτων, παρηγορείται προσωρινά από έναν στοιχειοθετημένο λόγο, για να παρασυρθεί ξανά και ξανά στη δίνη της αμφιβολίας. Ο βίος ολόκληρος στροβιλίζεται γύρω από το αντικείμενο της λατρείας, η κατάθλιψη διαδέχεται την παραμυθία και το δυστυχές θύμα μετατρέπεται σύντομα σε ανδράποδο του μαζοχισμού. Ακούγεται παράδοξο, αλλά η επιβεβαίωση της υποψίας αποτελεί την απαρχή της λύτρωσης.

Στην πραγματικότητα η ζήλεια δεν αποτελεί αυτόνομη ψυχική κατάσταση. Αντίθετα είναι ένα μείγμα συναισθημάτων, που ενοποιούνται κάτω από την γενικευμένη έννοια: Συνοψίζει τις ανεπάρκειες της προσωπικότητας, αντανακλά τα επίπεδα αυτοεκτίμησης, μορφοποιεί τους φόβους και ανακαλεί μνήμες απωθημένες της παιδικής ηλικίας. Αιτία συκρουσιακών χωρισμών, αναμοχλευτής πάθους και μέθεξης στις σκοτεινές ατραπούς της λαγνείας, γοητεία ή κατάρα, η ζήλεια πιστοποιεί τον τρόμο της εγκατάλειψης, την απειλή της μοναξιάς, το δισταγμό μπροστά στις απροσδόκητες αλλαγές, την υστερία ενώπιον της απώλειας ελέγχου των γεγονότων της ζωής.

Η ζήλεια είναι ένα εθιστικό κοκτέιλ φόβου, οργής, πικρίας, ματαίωσης, αδυναμίας, ανασφάλειας, περιθωριοποίησης, καταδικαστικής κοινωνικής σύγκρισης, διαστρέβλωσης της πραγματικότητας, κτητικότητας και ενοχής. Είναι ο κατήγορος που επικυρώνει και φέρνει στην επιφάνεια τα τρωτά σημεία του εαυτού, που υπέβοσκαν και τώρα συμβολοποιούνται, ενδυόμενα το προσωπείο του ίμερου για ένα πρόσωπο, για μία άπιστη γυναίκα ή άνδρα, που διαρκώς διολισθαίνει, ξεγλιστρά, ξεφεύγει και χάνεται με κάθε απρονοησία και άδικη μομφή του λαβωμένου από τη ζήλεια συντρόφου.

Η ζήλεια προσκαλεί τη μνήμη της μητέρας που χανόταν από τα μάτια του βρέφους κατά την περίοδο της προσκολλησης, τρέφεται από το άγχος του αποχωρισμού, που κάποτε γέννησε αγωνίες, όταν βιώθηκε σε ηλικία μόλις 8 έως 18 μηνών, αναδεύει την κραυγή πως αυτή που αγαπάς περισσότερο μπορεί να εξαφανιστεί ανά πάσα στιγμή. Κι αν αυτή η αμέλεια διαπράχθηκε από την πολύτιμη μητέρα, πόσο μάλλον από εκείνη, που καταλαμβάνει αργότερα το θρόνο της: την γυναίκα που ποθείται.

Ο μύθος της αποκλειστικότητας του ερωτικού συντρόφου, που τόσο υποκριτικά και περίτεχνα έχει καλλιεργηθεί στις δυτικές κοινωνίες, σε συνδυασμό με το πρωτόγονο κομμάτι του εγκεφάλου, που αντιδρά στον πανικό με τη φυγή ή την επίθεση, η βαθιά εμπεδωμένη πεποίθηση πως μπορεί ο άνθρωπος να αγαπά μόνο ένα άτομο τη φορά, η ψευδαίσθηση ότι ένα μοναχά πρόσωπο μπορεί να καλύψει όλες τις ανάγκες και ο αδυσώπητος κοινωνικός έλεγχος συνηγορούν στην καλλιέργεια νοσηρών σχέσεων και στην διαιώνιση της ζήλειας. Εχθρότητα προς τους φίλους, καχυποψία, εξαντλητικός έλεγχος ωραρίων και ασυνεπειών, απομόνωση και διεστραμμένο ενδιαφέρον για το πιο ασήμαντο τεκμήριο ενοχής, παρακολούθηση, τεχνάσματα και αξημέρωτες νύχτες συνθέτουν το σκηνικό της νεύρωσης. Οι ελπίδες μετατρέπονται σε Ερινύες και η ένταση πολλαπλασιάζει τον πόθο, που ακροβατεί στα όρια του φυσιολογικού και της παθολογίας: Η γυναικεία κακοποίηση, ψυχολογική και σωματική έχει τις ρίζες της στη ζήλεια, που έχει συστηματοποιηθεί.

Όσο πιο πολύ δένονται οι άνθρωποι με τους ερωτικούς τους συντρόφους, τόσο περισσότερα τα διακυβεύματα από έναν χωρισμό. Αν η αυτοεκτίμηση εξαρτάται από τον έλεγχο των καταστάσεων, από την κοινωνική σύγκριση και τις σχέσεις με τους γονείς, τότε η ζήλεια είναι το συναίσθημα εκείνο, που θέτει όλα τα παραπάνω σε αμφισβήτηση. Καμιά φορά θεραπεύεται με το χρόνο, άλλοτε πάλι εκδηλώνεται συχνότερα σε νέους, που δεν διαθέτουν εμπειρία δεσμών. Και κάποτε, όταν πρόκειται για τον τελευταίο έρωτα, όταν απευθύνεται στη νύφη της νεκρικής κλίνης, μπορεί να οδηγήσει σε εξάρσεις ανεξέλεγκτες και βίαιες.

Ευστράτιος Παπάνης
Επίκουρος Καθηγητής Τμήματος Κοινωνιολογίας Πανεπιστημίου Αιγαίου
    Στην κορυφή