H PFIZER ΔΕΣΜΕΥΤΗΚΕ ΝΑ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΕΙ ΜΕ $100 ΕΚΑΤΟΜΜΥΡΙΑ ΤΟ ΝΕΟ ΤΑΜΕΙΟ ΔΡΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΤΗΣ ΜΙΚΡΟΒΙΑΚΗΣ ΑΝΤΟΧΗΣ


ΡΕΠΟΡΤΑΖ ΥΓΕΙΑΣ
15/07/2020



Η Pfizer Inc. ανακοίνωσε πρόσφατα τη δέσμευσή της για χρηματοδότηση ύψους 100 εκατομμυρίων δολαρίων προς το “AMR Action Fund”, το νεοσυσταθέν Ταμείο Δράσης κατά της Μικροβιακής Αντοχής (MA), με στόχο να συμβάλει στην κάλυψη της σημαντικής υγειονομικής ανάγκης για νέα αντιβιοτικά σε παγκόσμιο επίπεδο, λόγω της ταχείας αύξησης των ανθεκτικών λοιμώξεων.
Το “AMR Action Fund” αποτελεί μια πρωτοποριακή συνεργασία περισσότερων από 20 βιοφαρμακευτικών εταιρειών, η οποία αποσκοπεί στην ανάπτυξη 2-4 νέων αντιβιοτικών για τους ασθενείς έως το 2030, στο πλαίσιο συνεργιών μεταξύ φαρμακευτικών εταιρειών, φιλανθρωπικών οργανώσεων, αναπτυξιακών τραπεζών και μεγάλων οργανισμών για την επανενεργοποίηση και επιτάχυνση της ανάπτυξης αντιβιοτικών.
«Λαμβάνοντας υπόψη τα έως τώρα δεδομένα για την πανδημία της νόσου COVID-19, οφείλουμε να επενδύσουμε στην ανάπτυξη φαρμάκων σήμερα, ώστε να είμαστε έτοιμοι να βοηθήσουμε στην πρόληψη της επόμενης δημόσιας υγειονομικής κρίσης», δήλωσε ο Δρ Albert Bourla, Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της Pfizer. «Πιστεύουμε ακράδαντα ότι ο κόσμος δεν μπορεί να αντιμετωπίσει την αυξανόμενη απειλή της Μικροβιακής Αντοχής χωρίς συνεργασία – και απαιτείται ένας συνδυασμός μέτρων πρόληψης, υπεύθυνης διαχείρισης και καινοτόμου σκέψης για την εξάλειψη των υφιστάμενων εμποδίων. Το νέο “AMR Action Fund” προσφέρει την ευκαιρία για την επίτευξη αυτού του σκοπού, μέσω της επένδυσης και της προώθησης ενός δυνητικά ισχυρότερου χαρτοφυλακίου αντιμικροβιακών φαρμάκων».
Σε ετήσια βάση, 700.000 άνθρωποι παγκοσμίως χάνουν τη ζωή τους λόγω της Μικροβιακής Αντοχής (ΜΑ). Έως το 2050, υπολογίζεται ότι η ΜΑ θα ευθύνεται για τον θάνατο έως και 10 εκατομμυρίων ανθρώπων ετησίως. Για την καταπολέμηση της ΜΑ, τα αντιβιοτικά πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνο όταν είναι απολύτως αναγκαία, έτσι ώστε να διατηρείται η αποτελεσματικότητά τους.
Και ενώ τα αντιβιοτικά έφεραν την επανάσταση στην Ιατρική τον 20ο αιώνα και, μαζί με τον εμβολιασμό, έχουν οδηγήσει σχεδόν στην εξάλειψη πολλών νόσων στον ανεπτυγμένο κόσμο, τα βακτήρια μεταβάλλονται με την πάροδο του χρόνου και προσαρμόζονται στη χρήση των αντιβιοτικών, καθιστώντας τα αναποτελεσματικά. Αυτό δυσκολεύει ακόμη περισσότερο τη θεραπεία των κοινών λοιμώξεων, όπως είναι η πνευμονία, η φυματίωση και η σαλμονέλωση, με αποτέλεσμα την παράταση της νοσηλείας των ασθενών, την αύξηση των ιατρικών δαπανών και τα υψηλότερα επίπεδα θνησιμότητας.
Η Pfizer εφαρμόζει μια πολύπλευρη προσέγγιση στην αντιμετώπιση της ΜΑ. Ως κορυφαία εταιρεία ανάπτυξης εμβολίων, συμβάλλει πρωτίστως στην πρόληψη των λοιμώξεων, μειώνοντας την ανάγκη για αντιβιοτικά, τα οποία ενδέχεται να μεταλλαχθούν σε ανθεκτικά στελέχη. Αποτελεί, επίσης, μία από τις λίγες μεγάλες ερευνητικές φαρμακευτικές εταιρείες, που εξακολουθούν να δραστηριοποιούνται στην έρευνα και ανάπτυξη αντιμικροβιακών φαρμάκων, ενώ συνεργάζεται και με εταίρους για την κάλυψη των κρίσιμων κενών στην πρόληψη και τη θεραπεία των λοιμωδών νοσημάτων ανά τον κόσμο.
Επιπλέον, η Pfizer, με συνεχή δέσμευση για υπεύθυνη διαχείριση των αντιβιοτικών, προσφέρει ένα από τα μεγαλύτερα και πιο προσβάσιμα προγράμματα παρακολούθησης της ΜΑ στον κόσμο, με την ονομασία ATLAS – τη μόνη πλατφόρμα, που παρέχει πρόσβαση στο κοινό σε δεδομένα αντιμυκητιασικής και αντιμικροβιακής αντοχής μέσω μίας ενιαίας πηγής πληροφοριών. Η πλατφόρμα ATLAS είναι ελεύθερα προσβάσιμη σε όλους, οπουδήποτε και αν βρίσκονται, είτε μέσω του διαδικτύου είτε μέσω της εφαρμογής ATLAS για κινητά.
Η δέσμευση της Pfizer προς το “AMR Action Fund” ενισχύει το μακροχρόνιο έργο της εταιρείας για την καταπολέμηση των λοιμωδών νοσημάτων και τη μείωση των ανισοτήτων στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης, τόσο στις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και παγκοσμίως. Σε συνεργασία με οργανισμούς ανά τον κόσμο, η Pfizer επαναπροσδιορίζει τον τρόπο καταπολέμησης των λοιμωδών νοσημάτων, δημιουργώντας ουσιαστικές και βιώσιμες λύσεις, που αντιμετωπίζουν τις μεγαλύτερες υγειονομικές προκλήσεις επί του παρόντος και προστατεύουν τις πιο ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού σε παγκόσμιο επίπεδο.

    Στην κορυφή