Η Επεμβατική Καρδιολογία ανταγωνίζεται την Καρδιοχειρουργική;
Πολύς κόσμος πιστεύει ότι η επεμβατική καρδιολογία ανταγωνίζεται την καρδιοχειρουργική. Αυτό δεν είναι σωστό.
Η καρδιοχειρουργική άρχισε να αναπτύσσεται δειλά-δειλά από τις αρχές της δεκαετίας του 50 με την επισκευή των απλών συγγενών καρδιοπαθειών όπως π.χ. της μεσοκολπικής επικοινωνίας, της μεσοκοιλιακής επικοινωνίας και του βοταλειου πόρου, για να ακολουθήσουν οι αντικαταστάσεις των κατεστραμμένων βαλβίδων της καρδιάς από το ρευματικό πυρετό όπως π.χ. της στένωσης ή της ανεπάρκειας της μιτροειδούς καθώς και των αντιστοίχων βλαβών της αορτικής βαλβίδας. Οι εγχειρήσεις Bypass άρχισαν την δεκαετία του 70
Στην δεκαετία του 80 δηλαδή 30 χρόνια αργότερα άρχισε δειλά – δειλά η επεμβατική καρδιολογία με την χρήση ειδικών καθετήρων κατά τη διάρκεια της διαγνωστικής διαδικασίας του καθετηριασμού της καρδιάς.
Είναι αλήθεια πως οι καρδιοχειρουργοί δεν εκτίμησαν σωστά την εξέλιξη της επεμβατικής καρδιολογίας γιατί θα ήσαν εκείνοι που θα είχαν ασχοληθεί με το κεφάλαιο αυτό που σήμερα ασχολούνται αποκλειστικά οι καρδιολόγοι.
Σήμερα η επεμβατική καρδιολογία έχει απαλλάξει εκατομμύρια καρδιοπαθείς από την περιπέτεια μιας καρδιοχειρουργικής επέμβασης. Όμως σε όλες εκείνες τις περιπτώσεις που η επεμβατική καρδιολογία είναι δύσκολο να προσφέρει λόγω της πολυπλοκότητας των βλαβών εξακολουθεί η καρδιοχειρουργική να αποτελεί την μοναδική ενδεδειγμένη θεραπεία.
Η αγγειοπλαστική (μπαλόνι) σήμερα αποτελεί αναντικατάστατη μέθοδο της διάνοιξης μιας στεφανιαίας αρτηρίας όταν θρομβωθεί απότομα όπως συμβαίνει κλασσικά στο οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου και την ασταθή στηθάγχη.
Σήμερα, κανένας δεν χειρουργείται εάν οι στενώσεις (βουλώματα) των στεφανιαίων αρτηριών του δεν είναι πολύπλοκες. Έτσι εκατομμύρια άνθρωποι στον κόσμο έχουν απαλλαγεί από την εγχείρηση και θεραπεύονται με το σωστό συνδυασμό φάρμακα και όπου χρειάζεται αγγειοπλαστική.
Εάν η στένωση της μιτροειδούς και η ανεπάρκεια παρακολουθούνται σωστά τότε η βαλβιδοπλαστική με ειδικά μπαλόνια η με ειδικά clips μπορεί να αποτρέψει η αν καθυστερήσει την επέμβαση στο μεγαλύτερο αριθμό των περιπτώσεων στένωσης ή ανεπάρκεια της μιτροειδούς.
Το ίδιο συμβαίνει και με την στένωση της αορτής όπου σήμερα αντικαθίσταται η βαλβίδα της αορτής κατά την ώρα του καθετηριασμού, ενώ σε λίγα χρόνια είναι βέβαιο ότι δεν θα χρειάζεται καρδιοχειρουργική επέμβαση εάν οι βαλβίδες αυτές αποδειχθεί ότι συμπεριφέρονται όπως οι βαλβίδες που τοποθετούν οι χειρουργοί τόσον από πλευράς επιπλοκών όσο και από πλευράς χρονικής διάρκειας. Σήμερα η βαλβίδα αντικαθιστάται χωρίς εγχείρηση στις περιπτώσεις όπου η συνολική βιολογική κατάσταση του αρρώστου τον εκθέτει σε αυξημένο κίνδυνο κατά την καρδιοχειρουργική επέμβαση.
Οι απλές συγγενείς ανωμαλίες σαν και αυτές που άρχισε την καριέρα της η καρδιοχειρουργική σήμερα πια δεν χειρουργούνται. Με ειδικές ομπρέλες κλείνουν οι επικοινωνίες (τρύπες) μέσα στην καρδιά και τις μεγάλες αρτηρίες. Επίσης με ειδικούς ασκούς (μπαλόνια) ανοίγουν οι στενωμένες βαλβίδες (στενώσεις πνευμονικής και αορτής).
Έτσι οι απλές μεσοκολπικές και μεσοκοιλιακές επικοινωνίες καθώς και οι βοτάλειοι πόροι δεν χειρουργούνται πια σήμερα.
Στο ίδιο κεφάλαιο της επεμβατικής καρδιολογίας θα μπορούσαν να ενταχθούν και οι εμφυτεύσεις βηματοδοτών και απινιδωτών καθώς και οι καταλύσεις (Ablation). Με τον όρο Ablation εννοούμε την καταστροφή παθολογικών ηλεκτρικών εστιών ή οδών που η ύπαρξή τους συμβάλλει στη δημιουργία σοβαρών αρρυθμιών (π.χ. κολπική μαρμαρυγή και γενικότερα υπερκοιλιακή ταχυκαρδία). Σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις όπως είναι η κοιλιακή ταχυκαρδία η κατάλυσή της μπορεί να σώσει ζωές.
Το μεγάλο ερώτημα που σε κάθε περίπτωση αναδύεται, όχι μόνον για το άρρωστο αλλά ακόμα και για το γιατρό είναι το πότε και σε ποιες περιπτώσεις θα περιοριστεί στην επεμβατική καρδιολογία και πόσο ασφαλής θα είναι ο άρρωστος του χωρίς να αναγκασθεί να χειρουργηθεί. Είναι απόλυτα τεκμηριωμένο βιβλιογραφικά ότι το 1/3 των χειρουργικών επεμβάσεων παγκόσμια έχει σήμερα πλήρως υποκατασταθεί από την επεμβατική θεραπεία και η τάση που διαμορφώνεται προοδευτικά είναι το ποσοστό αυτό να διπλασιασθεί.
Άλλωστε, θυμούμαι ο καθηγητής μας στη χειρουργική στο Πανεπιστήμιο ονόματι Χρηστέας με είχε εντυπωσιάσει σαν φοιτητή όταν άκουσα από το στόμα του στο εναρκτήριο του μάθημα τα εξής: “ Η χειρουργική, έλεγε θα συρρικνώνεται όσον θα εξελίσσεται η Ιατρική. Το ιδανικό θα ήταν η χειρουργική να εξελιχθεί τελικά σε τραυματιολογία. Κάθε νέα προληπτική ή φαρμακευτική ή επεμβατική θεραπεία μέρα με τη μέρα θα συρρικνώνει την χειρουργική”.
Ήταν προφητικές λέξεις που καθημερινά το διαπιστώνουμε.
Δημήτριος Θ. Κρεμαστινός
Καθηγητής Ιατρικής Σχολής
Πανεπιστημίου Αθηνών
Η καρδιοχειρουργική άρχισε να αναπτύσσεται δειλά-δειλά από τις αρχές της δεκαετίας του 50 με την επισκευή των απλών συγγενών καρδιοπαθειών όπως π.χ. της μεσοκολπικής επικοινωνίας, της μεσοκοιλιακής επικοινωνίας και του βοταλειου πόρου, για να ακολουθήσουν οι αντικαταστάσεις των κατεστραμμένων βαλβίδων της καρδιάς από το ρευματικό πυρετό όπως π.χ. της στένωσης ή της ανεπάρκειας της μιτροειδούς καθώς και των αντιστοίχων βλαβών της αορτικής βαλβίδας. Οι εγχειρήσεις Bypass άρχισαν την δεκαετία του 70
Στην δεκαετία του 80 δηλαδή 30 χρόνια αργότερα άρχισε δειλά – δειλά η επεμβατική καρδιολογία με την χρήση ειδικών καθετήρων κατά τη διάρκεια της διαγνωστικής διαδικασίας του καθετηριασμού της καρδιάς.
Είναι αλήθεια πως οι καρδιοχειρουργοί δεν εκτίμησαν σωστά την εξέλιξη της επεμβατικής καρδιολογίας γιατί θα ήσαν εκείνοι που θα είχαν ασχοληθεί με το κεφάλαιο αυτό που σήμερα ασχολούνται αποκλειστικά οι καρδιολόγοι.
Σήμερα η επεμβατική καρδιολογία έχει απαλλάξει εκατομμύρια καρδιοπαθείς από την περιπέτεια μιας καρδιοχειρουργικής επέμβασης. Όμως σε όλες εκείνες τις περιπτώσεις που η επεμβατική καρδιολογία είναι δύσκολο να προσφέρει λόγω της πολυπλοκότητας των βλαβών εξακολουθεί η καρδιοχειρουργική να αποτελεί την μοναδική ενδεδειγμένη θεραπεία.
Η αγγειοπλαστική (μπαλόνι) σήμερα αποτελεί αναντικατάστατη μέθοδο της διάνοιξης μιας στεφανιαίας αρτηρίας όταν θρομβωθεί απότομα όπως συμβαίνει κλασσικά στο οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου και την ασταθή στηθάγχη.
Σήμερα, κανένας δεν χειρουργείται εάν οι στενώσεις (βουλώματα) των στεφανιαίων αρτηριών του δεν είναι πολύπλοκες. Έτσι εκατομμύρια άνθρωποι στον κόσμο έχουν απαλλαγεί από την εγχείρηση και θεραπεύονται με το σωστό συνδυασμό φάρμακα και όπου χρειάζεται αγγειοπλαστική.
Εάν η στένωση της μιτροειδούς και η ανεπάρκεια παρακολουθούνται σωστά τότε η βαλβιδοπλαστική με ειδικά μπαλόνια η με ειδικά clips μπορεί να αποτρέψει η αν καθυστερήσει την επέμβαση στο μεγαλύτερο αριθμό των περιπτώσεων στένωσης ή ανεπάρκεια της μιτροειδούς.
Το ίδιο συμβαίνει και με την στένωση της αορτής όπου σήμερα αντικαθίσταται η βαλβίδα της αορτής κατά την ώρα του καθετηριασμού, ενώ σε λίγα χρόνια είναι βέβαιο ότι δεν θα χρειάζεται καρδιοχειρουργική επέμβαση εάν οι βαλβίδες αυτές αποδειχθεί ότι συμπεριφέρονται όπως οι βαλβίδες που τοποθετούν οι χειρουργοί τόσον από πλευράς επιπλοκών όσο και από πλευράς χρονικής διάρκειας. Σήμερα η βαλβίδα αντικαθιστάται χωρίς εγχείρηση στις περιπτώσεις όπου η συνολική βιολογική κατάσταση του αρρώστου τον εκθέτει σε αυξημένο κίνδυνο κατά την καρδιοχειρουργική επέμβαση.
Οι απλές συγγενείς ανωμαλίες σαν και αυτές που άρχισε την καριέρα της η καρδιοχειρουργική σήμερα πια δεν χειρουργούνται. Με ειδικές ομπρέλες κλείνουν οι επικοινωνίες (τρύπες) μέσα στην καρδιά και τις μεγάλες αρτηρίες. Επίσης με ειδικούς ασκούς (μπαλόνια) ανοίγουν οι στενωμένες βαλβίδες (στενώσεις πνευμονικής και αορτής).
Έτσι οι απλές μεσοκολπικές και μεσοκοιλιακές επικοινωνίες καθώς και οι βοτάλειοι πόροι δεν χειρουργούνται πια σήμερα.
Στο ίδιο κεφάλαιο της επεμβατικής καρδιολογίας θα μπορούσαν να ενταχθούν και οι εμφυτεύσεις βηματοδοτών και απινιδωτών καθώς και οι καταλύσεις (Ablation). Με τον όρο Ablation εννοούμε την καταστροφή παθολογικών ηλεκτρικών εστιών ή οδών που η ύπαρξή τους συμβάλλει στη δημιουργία σοβαρών αρρυθμιών (π.χ. κολπική μαρμαρυγή και γενικότερα υπερκοιλιακή ταχυκαρδία). Σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις όπως είναι η κοιλιακή ταχυκαρδία η κατάλυσή της μπορεί να σώσει ζωές.
Το μεγάλο ερώτημα που σε κάθε περίπτωση αναδύεται, όχι μόνον για το άρρωστο αλλά ακόμα και για το γιατρό είναι το πότε και σε ποιες περιπτώσεις θα περιοριστεί στην επεμβατική καρδιολογία και πόσο ασφαλής θα είναι ο άρρωστος του χωρίς να αναγκασθεί να χειρουργηθεί. Είναι απόλυτα τεκμηριωμένο βιβλιογραφικά ότι το 1/3 των χειρουργικών επεμβάσεων παγκόσμια έχει σήμερα πλήρως υποκατασταθεί από την επεμβατική θεραπεία και η τάση που διαμορφώνεται προοδευτικά είναι το ποσοστό αυτό να διπλασιασθεί.
Άλλωστε, θυμούμαι ο καθηγητής μας στη χειρουργική στο Πανεπιστήμιο ονόματι Χρηστέας με είχε εντυπωσιάσει σαν φοιτητή όταν άκουσα από το στόμα του στο εναρκτήριο του μάθημα τα εξής: “ Η χειρουργική, έλεγε θα συρρικνώνεται όσον θα εξελίσσεται η Ιατρική. Το ιδανικό θα ήταν η χειρουργική να εξελιχθεί τελικά σε τραυματιολογία. Κάθε νέα προληπτική ή φαρμακευτική ή επεμβατική θεραπεία μέρα με τη μέρα θα συρρικνώνει την χειρουργική”.
Ήταν προφητικές λέξεις που καθημερινά το διαπιστώνουμε.
Δημήτριος Θ. Κρεμαστινός
Καθηγητής Ιατρικής Σχολής
Πανεπιστημίου Αθηνών