Φαρυγγίτιδα - Φαρυγγοαμυγδαλίτιδα
Τι είναι
Η φαρυγγίτιδα είναι μια οξεία φλεγμονή του φάρυγγα ή και των αμυγδαλών – φαρυγγοαμυγδαλίτιδα, (όργανα του λεμφικού ιστού που βρίσκονται στο βάθος του στόματος, στην είσοδο του φάρυγγα — σχ. 74) και έχει σαν χαρακτηριστικό τον πονόλαιμο.
Επιδημιολογία
Η φαρυγγίτιδα είναι μια από τις κύριες εκδηλώσεις του κοινού κρυολογήματος που οφείλεται σε ιούς και ιδιαίτερα στους ρινοϊούς και αδενοϊούς.
Η φαρυγγίτιδα παρατηρείται κυρίως στα παιδιά ηλικίας 4–7 ετών, ενώ σπάνια εμφανίζεται στις μικρότερες ηλικίες.
Παρατηρείται συχνότερα κατά τις ψυχρές εποχές του χρόνου όποτε υπάρχει μεγάλος συγχρωτισμός των ανθρώπων σε κλειστούς χώρους και η επιβίωση των ιών είναι μεγαλύτερη. Το κάπνισμα (ενεργητικό αλλά και παθητικό) επίσης, οι αλλεργικές καταστάσεις ευνοούν τη φαρυγγίτιδα.
Η λοίμωξη μεταδίδεται με τα μολυσμένα σταγονίδια που εκτοξεύονται στο περιβάλλον κατά το φτάρνισμα ή το βήχα από τα άρρωστα άτομα, αλλά και με την άμεση επαφή (φίλημα, χέρια). Παρ’ όλο που μολύνονται άτομα όλων των ηλικιών, συχνότερα πάσχουν τα παιδιά επειδή το ανοσοποιητικό τους σύστημα είναι πιο ανώριμο από αυτό των ενηλίκων.
Αιτιολογία
Τα πιο συνήθη μικρόβια που προκαλούν φαρυγγίτιδα – φαρυγγομυγδαλίτιδα είναι διάφοροι ιοί (70% στα παιδιά και 85% στους ενήλικες), όπως ρινοϊοί, αδενοϊοί, ιοί Coxsackie, ιοί Corona, ο ιός λοιμώδους μονοπυρήνωσης (Epstein-Barr — EBV). Από τα βακτήρια το συχνότερο αίτιο είναι ο πυογόνος στρεπτόκοκκος (Streptococcus pyogenes) — 30% στα παιδιά και 15% στους ενήλικες, ενώ σπανιότερα ως αίτια αναφέρονται χλαμύδια ή μυκοπλάσματα. Το κορυνοβακτηρίδιο της διφθερίτιδας (Corynebacterium diphtheriae), ο γόνοκοκκος (Neisserie gonorrhoeae) και το ωχρό τρεπόνημα της σύφιλης (Treponema pallidum) μπορούν επίσης, σπάνια όμως, να προκαλέσουν φαρυγγίτιδα.
Πως εκδηλώνεται
Ο πόνος, το «γρατζούνισμα» και ένα αίσθημα ξηρότητας στο λαιμό όταν καταπίνουμε, είναι τα κύρια συμπτώματα της φαρυγγίτιδας.
Ο φάρυγγας είναι κόκκινος και μπορεί να πονάνε και τα αυτιά. Ανάλογα με μικρόβιο που την προκάλεσε είναι δυνατόν να εμφανιστεί μέτριος ή και υψηλός πυρετός. Πολύ συχνά είναι διογκωμένοι οι λεμφαδένες γύρω από το λαιμό (τραχηλικοί λεμφαδένες).
Αν η φαρυγγίτιδα εμφανίζεται σαν μια από τις εκδηλώσεις του κοινού κρυολογήματος, τότε μπορεί να υπάρχει χαμηλός πυρετός και συγχρόνως καταρροή (συνάχι), βήχας και αίσθημα αδυναμίας και καταβολής. Αν η φαρυγγίτιδα οφείλεται σε αδενοϊούς, τότε συνήθως συνυπάρχει και επιπεφυκίτιδα (βλ. κεφ. «Αδενοϊοί»). Αν η φαρυγγίτιδα ξεκινήσει με υψηλό πυρετό και σοβαρή καταβολή, τότε πιθανότατα πρόκειται, είτε για λοίμωξη από πυογόνο στρεπτόκοκκο (βλ. κεφ. «Πυογόνος στρεπτόκοκκος»), είτε για αρχόμενη γρίπη (βλ. κεφ. «Ιός της γρίπης»).
Η στρεπτοκοκκική φαρυγγοαμυγδαλίτιδα έχει βαρύτερα συμπτώματα, στις αμυγδαλές σχηματίζεται πύο και ο πόνος είναι τόσο πολύ δυνατός κατά την κατάποση, που συχνά δεν μπορούμε να ανοίξουμε το στόμα.
Η στρεπτοκοκκική φαρυγγοαμυγδαλίτιδα αποτελεί μια ιδιαίτερη περίπτωση λοίμωξης λόγω των πιθανών επιπλοκών που μπορεί να εμφανισθούν 1–2 εβδομάδες μετά τη λοίμωξη..
Όταν η φαρυγγοαμυγδαλίτιδα οφείλεται στον ιό της λοιμώδους μονοπυρήνωσης (Epstein-Barr — EBV, βλ. κεφ. «Ιός λοιμώδους μονοπυρήνωσης»), προκαλείται ιδιαίτερη κλινική εικόνα με πυρετό, έντονη δυσκαταποσία, διόγκωση του σπλήνα και διαταραχή της ηπατικής λειτουργίας σε σημείο που μπορεί να εμφανιστεί ίκτερος [χρωματίζεται κίτρινο το δέρμα και ο σκληρός χιτώνας (ασπράδι) του ματιού].
Διαγνωστική προσέγγιση
Η διάγνωση γίνεται με βάση την κλινική εικόνα και τις μικροβιολογικές εξετάσεις.
Η διαπίστωση των ιογενών λοιμώξεων γίνεται με ανοσολογικές μεθόδους [άμεσος ανοσοφθορισμός, ανοσοενζυματική μέθοδος (ELISA)] σε φαρυγγικό επίχρισμα για την ανίχνευση του αντιγόνου των ιών ή με μοριακές μεθόδους (PCR, RT-PCR) για την ανίχνευση των νουκλεϊνικών οξέων των ιών, RNA (π.χ. για ρινοϊούς, κορωναϊούς, ιούς της γρίπης) ή DNA (π.χ. για αδενοϊούς, ιό του απλού έρπητα, ιό της λοιμώδους μονοπυρήνωσης).
Η διάγνωση της βακτηριακής φαρυγγοαμυγδαλίτιδας (πυογόνος στρεπτόκοκκος) βασίζεται στην καλλιέργεια του φαρυγγικού επιχρίσματος, το οποίο λαμβάνεται πριν από την έναρξη της αντιμικροβιακής θεραπείας. Μετά από 24ωρη καλλιέργεια γίνεται έλεγχος για την ανάπτυξη του πυογόνου στρεπτοκόκκου ή άλλου β-αιμολυτικού στρεπτοκόκκου. Σε απουσία ανάπτυξης παθογόνων βακτηρίων, οι ιοί θεωρούνται ως το πιθανότερο αίτιο της φαρυγγοαμυγδαλίτιδας.
Επειδή οι β-αιμολυτικοί στρεπτόκοκκοι της ομάδας Α που απομονώνονται μπορεί απλά ν’ αποικίζουν το φάρυγγα χωρίς να είναι υπεύθυνοι για τη λοίμωξη, παράλληλα με το αποτέλεσμα της καλλιέργειας γίνεται και εξέταση προσδιορισμού του τίτλου της αντιστρεπτολυσίνης Ο (ΑSO) στον ορό του ασθενούς (προσδιορισμός παρουσίας αντισωμάτων για τη στρεπτολυσίνη Ο του βακτηρίου). Αυξημένος τίτλος συνηγορεί υπέρ της διάγνωσης της λοίμωξης από πυογόνο στρεπτόκοκκο. Ασθενείς με χαμηλούς τίτλους ASO συχνά είναι απλά μικροβιοφορείς, οπότε η φαρυγγίτιδα είναι πιθανόν να οφείλεται σε άλλον παράγοντα.
Η μέτρηση των επιπέδων της C-αντιδρώσας πρωτεΐνης (CRP) στον ορό βοηθά επίσης στη διάκριση μεταξύ ιογενούς και βακτηριακής λοίμωξης του ανωτέρου αναπνευστικού. Τα επίπεδα της CRP εμφανίζονται σημαντικά πιο αυξημένα στις βακτηριακές λοιμώξεις. Η εξέταση του περιφερικού αίματος για παρουσία λεμφοκυττάρωσης και ατύπων λεμφοκυττάρων (λεμφοκυττάρων με ειδική μορφολογία που εμφανίζονται στις ιώσεις και ονομάζονται και κύτταρα ιώσεως), καθώς και η παρουσία ετεροφίλων αντισωμάτων στον ορό του ασθενούς βοηθούν σημαντικά στη διάγνωση της λοιμώδους μονοπυρήνωσης (ιός Epstein-Barr). Κλινικά εκδηλώνεται με τα ίδια συμπτώματα περίπου όπως η φαρυγγοαμυγδαλίτιδα που οφείλεται στο β-αιμολυτικό στρεπτόκοκκο της ομάδας Α (πυογόνο στρεπτόκοκκο).
Για την εργαστηριακή διάγνωση της διφθερίτιδας ή της φαρυγγικής βλεννόρροιας (από τον γονόκοκκο) γίνεται ειδική μικροβιολογική εξέταση, με την οποία εκλεκτικά απομονώνονται αυτά τα μικρόβια. Πρόκειται για περιπτώσεις κατόπιν ειδικής παραγγελίας από τον κλινικό γιατρό, όταν αυτός εκτιμήσει από την όλη κλινική εικόνα και το ιστορικό του ασθενή ότι υπάρχει υποψία γι’ αυτές τις λοιμώξεις. Η απομόνωση των μικροοργανισμών αυτών πρέπει να συνοδεύεται από εκτέλεση αντιβιογράμματος για τον έλεγχο της ευαισθησίας στα αντιβιοτικά.
Τελευταία χρησιμοποιούνται ταχείες ανοσολογικές μέθοδοι που ανιχνεύουν άμεσα την παρουσία αντιγόνων του πυογόνου στρεπτοκόκκου στο φαρυγγικό επίχρισμα. Συνιστάται όμως πάντοτε η παράλληλη εκτέλεση της καλλιέργειας ώστε να είναι αυξημένες οι πιθανότητες εντόπισης του μικροβίου.
Η διενέργεια καλλιεργειών έχει επίσης το πλεονέκτημα της δυνατότητας εκτέλεσης αντιβιογράμματος για τον έλεγχο της ευαισθησίας στα αντιβιοτικά.
Θεραπευτική προσέγγιση
Σε περίπτωση που η λοίμωξη αρχίζει με υψηλό πυρετό θα πρέπει το αργότερο μέσα στην επόμενη ημέρα να επισκεφθούμε το γιατρό, ώστε να διαπιστωθεί η λοίμωξη και να δοθεί η κατάλληλη θεραπεία. Μέχρι να επισκεφθούμε το γιατρό, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε απλά αντιπυρετικά και αντιφλεγμονώδη φάρμακα (π.χ. παρακεταμόλη, ποτέ όμως ασπιρίνη σε άτομα ηλικίας μικρότερης των 18 ετών) καθώς και διάφορα υπογλώσσια χάπια (καραμέλες) και ζεστά αφεψήματα (τσάϊ, αρωματικά βότανα) που ανακουφίζουν από τον ενοχλητικό πονόλαιμο. Επίσης ευεργετικά δρουν γαργάρες 3–4 φορές την ημέρα με ½ κουταλάκι αλάτι σε 1 φλυτζάνι τσαγιού με ζεστό νερό. Η χορήγηση αντιβιοτικών δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να γίνεται χωρίς την εντολή του γιατρού, γιατί έχει άμεση σχέση με την κλινική εξέταση και διαπίστωση του αιτίου (ιός ή βακτήριο). Στις ιογενείς φαρυγγίτιδες, που είναι και οι συχνότερες τα αντιβιοτικά δεν έχουν καμία θεραπευτική δράση και η άσκοπη χρήση τους δημιουργεί μόνο προβλήματα στην υγεία. Ως παράδειγμα αναφέρεται η λήψη ορισμένων αντιβιοτικών (π.χ. αμπικιλλίνη) σε λοιμώδη μονοπυρήνωση έχει ως αποτέλεσμα την εμφάνιση εξανθημάτων (βλ. κεφ. «Ιός λοιμώδους μονοπυρήνωσης»).
Προφύλαξη
Για προφύλαξη συνιστώνται τα ακόλουθα μέτρα:
α) Αποφυγή στενής επαφής (φιλιά, χειραψία) με άτομα που έχουν λοίμωξη του ανώτερου αναπνευστικού συστήματος.
β) Αποφυγή χρήσης αντικειμένων κοινής χρήσης όπως φλυτζάνια, μαχαιροπήρουνα.
γ) Συχνό και καλό πλύσιμο των χεριών (βλ. κεφ. «Υγιεινή στο σπίτι και προσωπική υγιεινή»).
δ) Αποφυγή καπνίσματος ενεργητικό ή παθητικό.
ε) Διατήρηση υγρασίας στην ατμόσφαιρα.
Στέλιος Χατζηπαναγιώτου
Ιατρός Βιοπαθολόγος – Κλινικός Μικροβιολόγος
Αναπληρωτής Καθηγητής Μικροβιολογίας στην Ιατρική Σχολή της Αθήνας
Νικόλαος–Στέφανος Ι. Λεγάκης
Ομότιμος Καθηγητής Μικροβιολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών
Επίτιμος Πρόεδρος της Ελληνικής Μικροβιολογικής Εταιρείας και της Πανελλήνιας Ένωσης Ιατρικής Βιοπαθολογίας
Απο το βιβλίο "ΤΑ ΜΙΚΡΟΒΙΑ ΚΑΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ" (http://www.tamikrovia.gr)
Διαβάστε περισσότερα άρθρα...
Η φαρυγγίτιδα είναι μια οξεία φλεγμονή του φάρυγγα ή και των αμυγδαλών – φαρυγγοαμυγδαλίτιδα, (όργανα του λεμφικού ιστού που βρίσκονται στο βάθος του στόματος, στην είσοδο του φάρυγγα — σχ. 74) και έχει σαν χαρακτηριστικό τον πονόλαιμο.
Επιδημιολογία
Η φαρυγγίτιδα είναι μια από τις κύριες εκδηλώσεις του κοινού κρυολογήματος που οφείλεται σε ιούς και ιδιαίτερα στους ρινοϊούς και αδενοϊούς.
Η φαρυγγίτιδα παρατηρείται κυρίως στα παιδιά ηλικίας 4–7 ετών, ενώ σπάνια εμφανίζεται στις μικρότερες ηλικίες.
Παρατηρείται συχνότερα κατά τις ψυχρές εποχές του χρόνου όποτε υπάρχει μεγάλος συγχρωτισμός των ανθρώπων σε κλειστούς χώρους και η επιβίωση των ιών είναι μεγαλύτερη. Το κάπνισμα (ενεργητικό αλλά και παθητικό) επίσης, οι αλλεργικές καταστάσεις ευνοούν τη φαρυγγίτιδα.
Η λοίμωξη μεταδίδεται με τα μολυσμένα σταγονίδια που εκτοξεύονται στο περιβάλλον κατά το φτάρνισμα ή το βήχα από τα άρρωστα άτομα, αλλά και με την άμεση επαφή (φίλημα, χέρια). Παρ’ όλο που μολύνονται άτομα όλων των ηλικιών, συχνότερα πάσχουν τα παιδιά επειδή το ανοσοποιητικό τους σύστημα είναι πιο ανώριμο από αυτό των ενηλίκων.
Αιτιολογία
Τα πιο συνήθη μικρόβια που προκαλούν φαρυγγίτιδα – φαρυγγομυγδαλίτιδα είναι διάφοροι ιοί (70% στα παιδιά και 85% στους ενήλικες), όπως ρινοϊοί, αδενοϊοί, ιοί Coxsackie, ιοί Corona, ο ιός λοιμώδους μονοπυρήνωσης (Epstein-Barr — EBV). Από τα βακτήρια το συχνότερο αίτιο είναι ο πυογόνος στρεπτόκοκκος (Streptococcus pyogenes) — 30% στα παιδιά και 15% στους ενήλικες, ενώ σπανιότερα ως αίτια αναφέρονται χλαμύδια ή μυκοπλάσματα. Το κορυνοβακτηρίδιο της διφθερίτιδας (Corynebacterium diphtheriae), ο γόνοκοκκος (Neisserie gonorrhoeae) και το ωχρό τρεπόνημα της σύφιλης (Treponema pallidum) μπορούν επίσης, σπάνια όμως, να προκαλέσουν φαρυγγίτιδα.
Πως εκδηλώνεται
Ο πόνος, το «γρατζούνισμα» και ένα αίσθημα ξηρότητας στο λαιμό όταν καταπίνουμε, είναι τα κύρια συμπτώματα της φαρυγγίτιδας.
Ο φάρυγγας είναι κόκκινος και μπορεί να πονάνε και τα αυτιά. Ανάλογα με μικρόβιο που την προκάλεσε είναι δυνατόν να εμφανιστεί μέτριος ή και υψηλός πυρετός. Πολύ συχνά είναι διογκωμένοι οι λεμφαδένες γύρω από το λαιμό (τραχηλικοί λεμφαδένες).
Αν η φαρυγγίτιδα εμφανίζεται σαν μια από τις εκδηλώσεις του κοινού κρυολογήματος, τότε μπορεί να υπάρχει χαμηλός πυρετός και συγχρόνως καταρροή (συνάχι), βήχας και αίσθημα αδυναμίας και καταβολής. Αν η φαρυγγίτιδα οφείλεται σε αδενοϊούς, τότε συνήθως συνυπάρχει και επιπεφυκίτιδα (βλ. κεφ. «Αδενοϊοί»). Αν η φαρυγγίτιδα ξεκινήσει με υψηλό πυρετό και σοβαρή καταβολή, τότε πιθανότατα πρόκειται, είτε για λοίμωξη από πυογόνο στρεπτόκοκκο (βλ. κεφ. «Πυογόνος στρεπτόκοκκος»), είτε για αρχόμενη γρίπη (βλ. κεφ. «Ιός της γρίπης»).
Η στρεπτοκοκκική φαρυγγοαμυγδαλίτιδα έχει βαρύτερα συμπτώματα, στις αμυγδαλές σχηματίζεται πύο και ο πόνος είναι τόσο πολύ δυνατός κατά την κατάποση, που συχνά δεν μπορούμε να ανοίξουμε το στόμα.
Η στρεπτοκοκκική φαρυγγοαμυγδαλίτιδα αποτελεί μια ιδιαίτερη περίπτωση λοίμωξης λόγω των πιθανών επιπλοκών που μπορεί να εμφανισθούν 1–2 εβδομάδες μετά τη λοίμωξη..
Όταν η φαρυγγοαμυγδαλίτιδα οφείλεται στον ιό της λοιμώδους μονοπυρήνωσης (Epstein-Barr — EBV, βλ. κεφ. «Ιός λοιμώδους μονοπυρήνωσης»), προκαλείται ιδιαίτερη κλινική εικόνα με πυρετό, έντονη δυσκαταποσία, διόγκωση του σπλήνα και διαταραχή της ηπατικής λειτουργίας σε σημείο που μπορεί να εμφανιστεί ίκτερος [χρωματίζεται κίτρινο το δέρμα και ο σκληρός χιτώνας (ασπράδι) του ματιού].
Διαγνωστική προσέγγιση
Η διάγνωση γίνεται με βάση την κλινική εικόνα και τις μικροβιολογικές εξετάσεις.
Η διαπίστωση των ιογενών λοιμώξεων γίνεται με ανοσολογικές μεθόδους [άμεσος ανοσοφθορισμός, ανοσοενζυματική μέθοδος (ELISA)] σε φαρυγγικό επίχρισμα για την ανίχνευση του αντιγόνου των ιών ή με μοριακές μεθόδους (PCR, RT-PCR) για την ανίχνευση των νουκλεϊνικών οξέων των ιών, RNA (π.χ. για ρινοϊούς, κορωναϊούς, ιούς της γρίπης) ή DNA (π.χ. για αδενοϊούς, ιό του απλού έρπητα, ιό της λοιμώδους μονοπυρήνωσης).
Η διάγνωση της βακτηριακής φαρυγγοαμυγδαλίτιδας (πυογόνος στρεπτόκοκκος) βασίζεται στην καλλιέργεια του φαρυγγικού επιχρίσματος, το οποίο λαμβάνεται πριν από την έναρξη της αντιμικροβιακής θεραπείας. Μετά από 24ωρη καλλιέργεια γίνεται έλεγχος για την ανάπτυξη του πυογόνου στρεπτοκόκκου ή άλλου β-αιμολυτικού στρεπτοκόκκου. Σε απουσία ανάπτυξης παθογόνων βακτηρίων, οι ιοί θεωρούνται ως το πιθανότερο αίτιο της φαρυγγοαμυγδαλίτιδας.
Επειδή οι β-αιμολυτικοί στρεπτόκοκκοι της ομάδας Α που απομονώνονται μπορεί απλά ν’ αποικίζουν το φάρυγγα χωρίς να είναι υπεύθυνοι για τη λοίμωξη, παράλληλα με το αποτέλεσμα της καλλιέργειας γίνεται και εξέταση προσδιορισμού του τίτλου της αντιστρεπτολυσίνης Ο (ΑSO) στον ορό του ασθενούς (προσδιορισμός παρουσίας αντισωμάτων για τη στρεπτολυσίνη Ο του βακτηρίου). Αυξημένος τίτλος συνηγορεί υπέρ της διάγνωσης της λοίμωξης από πυογόνο στρεπτόκοκκο. Ασθενείς με χαμηλούς τίτλους ASO συχνά είναι απλά μικροβιοφορείς, οπότε η φαρυγγίτιδα είναι πιθανόν να οφείλεται σε άλλον παράγοντα.
Η μέτρηση των επιπέδων της C-αντιδρώσας πρωτεΐνης (CRP) στον ορό βοηθά επίσης στη διάκριση μεταξύ ιογενούς και βακτηριακής λοίμωξης του ανωτέρου αναπνευστικού. Τα επίπεδα της CRP εμφανίζονται σημαντικά πιο αυξημένα στις βακτηριακές λοιμώξεις. Η εξέταση του περιφερικού αίματος για παρουσία λεμφοκυττάρωσης και ατύπων λεμφοκυττάρων (λεμφοκυττάρων με ειδική μορφολογία που εμφανίζονται στις ιώσεις και ονομάζονται και κύτταρα ιώσεως), καθώς και η παρουσία ετεροφίλων αντισωμάτων στον ορό του ασθενούς βοηθούν σημαντικά στη διάγνωση της λοιμώδους μονοπυρήνωσης (ιός Epstein-Barr). Κλινικά εκδηλώνεται με τα ίδια συμπτώματα περίπου όπως η φαρυγγοαμυγδαλίτιδα που οφείλεται στο β-αιμολυτικό στρεπτόκοκκο της ομάδας Α (πυογόνο στρεπτόκοκκο).
Για την εργαστηριακή διάγνωση της διφθερίτιδας ή της φαρυγγικής βλεννόρροιας (από τον γονόκοκκο) γίνεται ειδική μικροβιολογική εξέταση, με την οποία εκλεκτικά απομονώνονται αυτά τα μικρόβια. Πρόκειται για περιπτώσεις κατόπιν ειδικής παραγγελίας από τον κλινικό γιατρό, όταν αυτός εκτιμήσει από την όλη κλινική εικόνα και το ιστορικό του ασθενή ότι υπάρχει υποψία γι’ αυτές τις λοιμώξεις. Η απομόνωση των μικροοργανισμών αυτών πρέπει να συνοδεύεται από εκτέλεση αντιβιογράμματος για τον έλεγχο της ευαισθησίας στα αντιβιοτικά.
Τελευταία χρησιμοποιούνται ταχείες ανοσολογικές μέθοδοι που ανιχνεύουν άμεσα την παρουσία αντιγόνων του πυογόνου στρεπτοκόκκου στο φαρυγγικό επίχρισμα. Συνιστάται όμως πάντοτε η παράλληλη εκτέλεση της καλλιέργειας ώστε να είναι αυξημένες οι πιθανότητες εντόπισης του μικροβίου.
Η διενέργεια καλλιεργειών έχει επίσης το πλεονέκτημα της δυνατότητας εκτέλεσης αντιβιογράμματος για τον έλεγχο της ευαισθησίας στα αντιβιοτικά.
Θεραπευτική προσέγγιση
Σε περίπτωση που η λοίμωξη αρχίζει με υψηλό πυρετό θα πρέπει το αργότερο μέσα στην επόμενη ημέρα να επισκεφθούμε το γιατρό, ώστε να διαπιστωθεί η λοίμωξη και να δοθεί η κατάλληλη θεραπεία. Μέχρι να επισκεφθούμε το γιατρό, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε απλά αντιπυρετικά και αντιφλεγμονώδη φάρμακα (π.χ. παρακεταμόλη, ποτέ όμως ασπιρίνη σε άτομα ηλικίας μικρότερης των 18 ετών) καθώς και διάφορα υπογλώσσια χάπια (καραμέλες) και ζεστά αφεψήματα (τσάϊ, αρωματικά βότανα) που ανακουφίζουν από τον ενοχλητικό πονόλαιμο. Επίσης ευεργετικά δρουν γαργάρες 3–4 φορές την ημέρα με ½ κουταλάκι αλάτι σε 1 φλυτζάνι τσαγιού με ζεστό νερό. Η χορήγηση αντιβιοτικών δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να γίνεται χωρίς την εντολή του γιατρού, γιατί έχει άμεση σχέση με την κλινική εξέταση και διαπίστωση του αιτίου (ιός ή βακτήριο). Στις ιογενείς φαρυγγίτιδες, που είναι και οι συχνότερες τα αντιβιοτικά δεν έχουν καμία θεραπευτική δράση και η άσκοπη χρήση τους δημιουργεί μόνο προβλήματα στην υγεία. Ως παράδειγμα αναφέρεται η λήψη ορισμένων αντιβιοτικών (π.χ. αμπικιλλίνη) σε λοιμώδη μονοπυρήνωση έχει ως αποτέλεσμα την εμφάνιση εξανθημάτων (βλ. κεφ. «Ιός λοιμώδους μονοπυρήνωσης»).
Προφύλαξη
Για προφύλαξη συνιστώνται τα ακόλουθα μέτρα:
α) Αποφυγή στενής επαφής (φιλιά, χειραψία) με άτομα που έχουν λοίμωξη του ανώτερου αναπνευστικού συστήματος.
β) Αποφυγή χρήσης αντικειμένων κοινής χρήσης όπως φλυτζάνια, μαχαιροπήρουνα.
γ) Συχνό και καλό πλύσιμο των χεριών (βλ. κεφ. «Υγιεινή στο σπίτι και προσωπική υγιεινή»).
δ) Αποφυγή καπνίσματος ενεργητικό ή παθητικό.
ε) Διατήρηση υγρασίας στην ατμόσφαιρα.
Στέλιος Χατζηπαναγιώτου
Ιατρός Βιοπαθολόγος – Κλινικός Μικροβιολόγος
Αναπληρωτής Καθηγητής Μικροβιολογίας στην Ιατρική Σχολή της Αθήνας
Νικόλαος–Στέφανος Ι. Λεγάκης
Ομότιμος Καθηγητής Μικροβιολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών
Επίτιμος Πρόεδρος της Ελληνικής Μικροβιολογικής Εταιρείας και της Πανελλήνιας Ένωσης Ιατρικής Βιοπαθολογίας
Απο το βιβλίο "ΤΑ ΜΙΚΡΟΒΙΑ ΚΑΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ" (http://www.tamikrovia.gr)
Διαβάστε περισσότερα άρθρα...