EΓΚΡΙΣΗ ΤΟΥ nilotinib ΓΙΑ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΜΕ ΧΡΟΝΙΑ ΜΥΕΛΟΓΕΝΗ ΛΕΥΧΑΙΜΙΑ


Η Ευρωπαϊκή Ένωση γνωμοδότησε θετικά συστήνοντας την έγκριση του nilotinib , μιας εκλεκτικής στοχευόμενης θεραπείας για νεοδιαγνωσθέντες ενήλικες ασθενείς με Χρόνια Μυελογενή Λευχαιμία θετική στο χρωμόσωμα Φιλαδέλφειας (Ph+ΧΜΛ) σε χρόνια φάση.

Η Επιτροπή Φαρμάκων για Ανθρώπινη Χρήση (CHMP) συνέστησε την έγκριση του nilotinib ως θεραπεία πρώτης γραμμής βάσει μιας κλινικής μελέτης φάσης κατά την οποία το nilotinib απέδειξε ότι υπερέχει του imatinib σε όλες τις βασικές παραμέτρους αποτελεσματικότητας. Στη μελέτη, το nilotinib υπερείχε σημαντικά του imatinib τόσο στην επίτευξη υψηλότερων ποσοστών μείζονος μοριακής και πλήρους κυτταρογενετικής ανταπόκρισης, όσο και στην καθυστέρηση της εξέλιξης της νόσου. Τα δεδομένα δημοσιεύτηκαν για πρώτη φορά στο New England Journal of Medicine που κυκλοφόρησε στις 17 Ιουνίου, ενώ επιβεβαιώθηκαν από δεδομένα διάμεσης παρακολούθησης διάρκειας 18 μηνών που παρουσιάστηκαν στο φετινό ετήσιο συνέδριο της Αμερικάνικης Εταιρίας Κλινικής Ογκολογίας επίσης τον Ιούνιο.

«Μας χαροποιεί το γεγονός ότι η ανάπτυξη του nilotinib μπορεί δυνητικά να αποτελέσει μια νέα θεραπευτική επιλογή για τους νεοδιαγνωσθέντες ασθενείς με ΧΜΛ που θέλουν να αποτρέψουν αποτελεσματικά την εξέλιξη της νόσου,» δήλωσε ο Alessandro Riva, Επικεφαλής του Τμήματος Ανάπτυξης & Ιατρικών Υποθέσεων της Novartis Oncology. «Μετά από τη θετική γνωμοδότηση της Επιτροπής, ανυπομονούμε να συνεργαστούμε με τις ρυθμιστικές Αρχές ώστε να αρχίσει η κλινική χρήση του nilotinib ως πρώτης γραμμής θεραπεία το συντομότερο δυνατόν.»

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή γενικά ακολουθεί τις συστάσεις της CHMP και εκδίδει την τελική της απόφαση εντός τριών μηνών. Η απόφαση θα εφαρμοστεί και στα 27 κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και επιπλέον στην Ισλανδία και τη Νορβηγία. Συνολικά, περίπου 46.000 άτομα στην Ευρωπαϊκή Ένωση πάσχουν από ΧΜΛ, έναν απειλητικό για τη ζωή καρκίνο του αίματος.

Ο Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) των ΗΠΑ, καθώς και οι αρμόδιες Αρχές της Ελβετίας (Swissmedic) έχουν ήδη εγκρίνει το nilotinib για νεοδιαγνωσθέντες ασθενείς με Ph+ ΧΜΛ, ενώ οι διαδικασίες υποβολής του προς έγκριση είναι σε εξέλιξη στην Ιαπωνία και παγκοσμίως.

Το nilotinib είναι ένας ισχυρός και εκλεκτικός αναστολέας της πρωτεΐνης Bcr-Abl που προκαλεί την παραγωγή καρκινικών κυττάρων στην Ph+ ΧΜΛ. Δρα επίσης κατά ενός ευρέος φάσματος μεταλλάξεων της Bcr-Abl που σχετίζονται με την αντίσταση στο imatinib. Οι πρώτες κλινικές μελέτες για το nilotinib ξεκίνησαν μόλις 21 μήνες μετά την ανακάλυψή του, ενώ το σκεύασμα έλαβε την πρώτη έγκρισή του από ρυθμιστική αρχή ως θεραπεία δεύτερης γραμμής το 2007.

Το nilotinib υπερείχε του imatinib σε όλες τις βασικές παραμέτρους αποτελεσματικότητας στη συγκριτική μελέτη ENESTnd για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας και της ασφάλειας του nilotinib σε νεοδιαγνωσθέντες ασθενείς με Ph+ ΧΜΛ (Evaluating Nilotinib Efficacy and Safety in Clinical Trials of Newly Diagnosed Ph+ CML Patients). Το nilotinib μείωσε τα επίπεδα της Bcr-Abl ταχύτερα από το imatinib, με αποτέλεσμα και τη σημαντική μείωση των ποσοστών εξέλιξης του καρκίνου από τους πρώτους 12 μόλις μήνες. Η σημαντική μείωση της Bcr-Abl, γνωστή ως μείζων μοριακή ανταπόκριση, θεωρείται ένας κρίσιμος θεραπευτικός δείκτης που σχετίζεται με την καλύτερη μακροπρόθεσμη έκβαση των ασθενών με Ph+ ΧΜΛ. Η θεραπεία με nilotinib οδήγησε σε σημαντικά υψηλότερα ποσοστά μείζονος μοριακής ανταπόκρισης και πλήρους κυτταρογενετικής ανταπόκρισης (εξάλειψη του χρωμοσώματος Φιλαδέλφειας που αποτελεί χαρακτηριστικό αυτού του καρκίνου) σε σύγκριση με το imatinib.

Η τυχαιοποιημένη, πολυκεντρική, ανοικτή μελέτη ENESTnd συνέκρινε την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια του nilotinib έναντι του imatinib σε ενήλικες νεοδιαγνωσθέντες ασθενείς με Ph+ ΧΜΛ σε χρόνια φάση. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη παγκόσμια, τυχαιοποιημένη σύγκριση δύο από του στόματος θεραπειών που έχει διεξαχθεί ποτέ σε νεοδιαγνωσθέντες ασθενείς με Ph+ ΧΜΛ σε χρόνια φάση.

Από τα αποτελέσματα προκύπτει ότι ο αριθμός των ασθενών που επιδεινώθηκαν σε επιταχυνόμενη φάση ή σε βλαστική κρίση με τη χορήγηση nilotinib 300 mg δις ημερισίως ήταν σημαντικά μικρότερος σε σύγκριση με την χορήγηση imatinib 400 mg άπαξ ημερησίως (2 ασθενείς έναντι 11 ασθενών) στους 14 μήνες διάμεσης παρακολούθησης. Επιπλέον, λιγότεροι ασθενείς διέκοψαν τη θεραπεία εξαιτίας ανεπιθύμητων ενεργειών στο σκέλος της θεραπείας με nilotinib σε σύγκριση με το imatinib.

Η χρόνια μυελογενής λευχαιμία είναι ένας από τους τέσσερις πιο κοινούς τύπους λευχαιμίας και ευθύνεται για 15% περίπου όλων των περιπτώσεων λευχαιμίας παγκοσμίως.


Σχετικά με το nilotinib

Το nilotinib έχει εγκριθεί σε περισσότερες από 80 χώρες για τη θεραπεία της Ph+ ΧΜΛ χρόνιας και επιταχυνόμενης φάσης σε ενήλικες ασθενείς με αντοχή ή δυσανεξία σε τουλάχιστον μία προηγούμενη θεραπεία, συμπεριλαμβανομένου του imatinib.



    Στην κορυφή