Δυσοσμία: Η χρόνια ουλίτιδα της γάτας
Η δυσάρεστη οσμή από τη στοματική κοιλότητα στη γάτα είναι λιγότερο συχνή από αυτήν του σκύλου. Παρ' ότι σε ορισμένα περιστατικά η αιτιολογία μπορεί να είναι παρόμοια και επομένως ανάλογης αντιμετώπισης, οι γάτες στην πλειονότητα των περιπτώσεων υποφέρουν από μια ιδιαίτερη νοσολογική οντότητα, τη χρόνια ουλίτιδα- στοματίτιδα.
Η παθογένεση της οσμής από τη στοματική κοιλότητα της γάτας είναι άγνωστη. Προσβάλλονται γάτες όλων των ηλικιών, συχνότερα όμως ζώα μέσης και μεγάλης ηλικίας. Στην προσπάθεια διερεύνησης της αιτιολογίας της έχουν κατά καιρούς, και σε έναν αριθμό περιστατικών, βρεθεί θετικοί συσχετισμοί με ορισμένες χρόνιες ιογενείς λοιμώξεις, όπως του ιού της ανοσοκαταστολής της γάτας (FIV) ή του καλυκοϊού (FCV).
Τελικά, όμως, φαίνεται ότι σχετίζεται με ανοσοπαθολογικές αντιδράσεις (τύπου ΙΙΙ υπερευαισθησία, ανοσοκαταστολή, σχηματισμός ανοσοσυμπλόκων κ.ά.). Εξάλλου οι αλλοιώσεις που διαπιστώνονται ιστολογικά είναι αυτές της χρόνιας ενεργού φλεγμονής του βλεννογόνου και του υποβλεννογόνιου χιτώνα της στοματικής κοιλότητας με ταυτόχρονη διήθηση από λεμφοκύτταρα και πλασμοκύτταρα. Για το λόγο αυτό ονομάζεται και λεμφοκυτταρική - πλασμοκυτταρική στοματίτιδα της γάτας.
Συμπτώματα - θεραπεία
Η δυσοσμία της στοματικής κοιλότητας αποτελεί σύμπτωμα στις περιπτώσεις που από καιρό έχει εγκατασταθεί η νόσος.
Συνήθως η εμφάνιση της νόσου αρχικά εκδηλώνεται με δυσφαγία στοματική (δυσκολία πρόληψης της τροφής), σιελόρροια (έκκριση αιμορραγικού σιέλου) και ακολούθως απώλεια σωματικού βάρους. Εξετάζοντας τη στοματική κοιλότητα διαπιστώνονται ερυθρότητα του στοματικού βλεννογόνου, εντονότερη στα ούλα, παρουσία ελκών ή διαβρώσεων που μπορεί να επεκτείνονται στη γλώσσα και το φάρυγγα, τρυγία (πέτρα) που μπορεί να συνυπάρχει καθώς και παρουσία τερηδόνας ή ευσειστότητα των δοντιών (κουνιούνται), ενώ κατά τους χειρισμούς εύκολα προκαλείται ουλορραγία.
Οι αλλοιώσεις είναι επώδυνες και οι γάτες αντιδρούν στη διάνοιξη της στοματικής κοιλότητας, ώστε συχνά απαιτείται ηρέμηση ή και αναισθησία των ζώων για την καλή διερεύνηση των αλλοιώσεων.
Η φαρμακευτική αντιμετώπιση έχει περιορισμένα αποτελέσματα. Έχουν χρησιμοποιηθεί ποικίλα αντιβιοτικά, κορτικοειδή και ορμονικά σκευάσματα. Συχνά και παρά την παροδική βελτίωση, η νόσος υποτροπιάζει και η επανειλημμένη φαρμακευτική αγωγή οδηγεί σε πλήρη αδυναμία ελέγχου αυτής.
ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΚΟΝΤΟΣ
Διδάκτωρ Κτηνιατρικής Σχολής Α.Π.Θ. & Τέως
Επικ. Καθηγητής της Παθολογικής Κλινικής της
Καθηγητής στην Εθν. Σχολή Δημόσιας Υγείας
Αντιπρόεδρος στο Δ.Σ. της Ελλ. Κτην. Εταιρείας
Η παθογένεση της οσμής από τη στοματική κοιλότητα της γάτας είναι άγνωστη. Προσβάλλονται γάτες όλων των ηλικιών, συχνότερα όμως ζώα μέσης και μεγάλης ηλικίας. Στην προσπάθεια διερεύνησης της αιτιολογίας της έχουν κατά καιρούς, και σε έναν αριθμό περιστατικών, βρεθεί θετικοί συσχετισμοί με ορισμένες χρόνιες ιογενείς λοιμώξεις, όπως του ιού της ανοσοκαταστολής της γάτας (FIV) ή του καλυκοϊού (FCV).
Τελικά, όμως, φαίνεται ότι σχετίζεται με ανοσοπαθολογικές αντιδράσεις (τύπου ΙΙΙ υπερευαισθησία, ανοσοκαταστολή, σχηματισμός ανοσοσυμπλόκων κ.ά.). Εξάλλου οι αλλοιώσεις που διαπιστώνονται ιστολογικά είναι αυτές της χρόνιας ενεργού φλεγμονής του βλεννογόνου και του υποβλεννογόνιου χιτώνα της στοματικής κοιλότητας με ταυτόχρονη διήθηση από λεμφοκύτταρα και πλασμοκύτταρα. Για το λόγο αυτό ονομάζεται και λεμφοκυτταρική - πλασμοκυτταρική στοματίτιδα της γάτας.
Συμπτώματα - θεραπεία
Η δυσοσμία της στοματικής κοιλότητας αποτελεί σύμπτωμα στις περιπτώσεις που από καιρό έχει εγκατασταθεί η νόσος.
Συνήθως η εμφάνιση της νόσου αρχικά εκδηλώνεται με δυσφαγία στοματική (δυσκολία πρόληψης της τροφής), σιελόρροια (έκκριση αιμορραγικού σιέλου) και ακολούθως απώλεια σωματικού βάρους. Εξετάζοντας τη στοματική κοιλότητα διαπιστώνονται ερυθρότητα του στοματικού βλεννογόνου, εντονότερη στα ούλα, παρουσία ελκών ή διαβρώσεων που μπορεί να επεκτείνονται στη γλώσσα και το φάρυγγα, τρυγία (πέτρα) που μπορεί να συνυπάρχει καθώς και παρουσία τερηδόνας ή ευσειστότητα των δοντιών (κουνιούνται), ενώ κατά τους χειρισμούς εύκολα προκαλείται ουλορραγία.
Οι αλλοιώσεις είναι επώδυνες και οι γάτες αντιδρούν στη διάνοιξη της στοματικής κοιλότητας, ώστε συχνά απαιτείται ηρέμηση ή και αναισθησία των ζώων για την καλή διερεύνηση των αλλοιώσεων.
Η φαρμακευτική αντιμετώπιση έχει περιορισμένα αποτελέσματα. Έχουν χρησιμοποιηθεί ποικίλα αντιβιοτικά, κορτικοειδή και ορμονικά σκευάσματα. Συχνά και παρά την παροδική βελτίωση, η νόσος υποτροπιάζει και η επανειλημμένη φαρμακευτική αγωγή οδηγεί σε πλήρη αδυναμία ελέγχου αυτής.
ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΚΟΝΤΟΣ
Διδάκτωρ Κτηνιατρικής Σχολής Α.Π.Θ. & Τέως
Επικ. Καθηγητής της Παθολογικής Κλινικής της
Καθηγητής στην Εθν. Σχολή Δημόσιας Υγείας
Αντιπρόεδρος στο Δ.Σ. της Ελλ. Κτην. Εταιρείας