2011 - 2012: Χρονιές - Ορόσημο στη μάχη κατά του μελανώματος
Το κακοήθες μελάνωμα είναι η πιο επιθετική μορφή καρκίνου του δέρματος και αποτελεί την κύρια αιτία θανάτου από καρκίνο του δέρματος διεθνώς, όντας υπεύθυνο σχεδόν για το 80% των θανάτων. Εκτιμάται ότι παγκοσμίως διαγιγνώσκονται περίπου 130.000 νέες περιπτώσεις μελανώματος κάθε χρόνο, εκ των οποίων σχεδόν το 80% είναι στην Ευρώπη, τη Βόρεια Αμερική, την Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία.
Όταν το μελάνωμα διαγνωσθεί νωρίς, είναι γενικά μια θεραπεύσιμη νόσος. Ωστόσο, όταν εξαπλωθεί σε άλλα μέρη του σώματος, είναι η πιο θανατηφόρα και η πιο επιθετική μορφή καρκίνου του δέρματος. Με τις θεραπευτικές επιλογές να είναι μέχρι σήμερα ελάχιστες και περιορισμένης αποτελεσματικότητας, ένα άτομο με μεταστατικό μελάνωμα έχει κατά μέσο όρο προσδόκιμο ζωής, το οποίο μετράται σε λίγους μήνες (6-9 μήνες).
Το 2011 όμως απετέλεσε χρονιά-σταθμό γιατί ήταν η πρώτη φορά, μετά από 30 χρόνια πλέον, που φάνηκε φως στο βάθος του τούνελ στη θεραπεία του μελανώματος. Οι εξελίξεις στο πεδίο της εξατομικευμένης θεραπείας και της ανοσοθεραπείας προσφέρουν νέα αποτελεσματικά όπλα στην ιατρική και ελπίδες στους ασθενείς. Οι επιστήμονες έχουν στη διάθεση τους νέα διαγνωστικά εργαλεία με τα οποία μπορούν να κατατάξουν τους ασθενείς σε υποομάδες και στη συνέχεια να χορηγήσουν την κατάλληλη θεραπεία.
Η μεγάλη πρόοδος σήμερα οφείλεται στην αποσαφήνιση του μηχανισμού ενεργοποίησης της μεταστατικής οδού μέσω του μεταλλαγμένου BRAF. Η πρωτεΐνη BRAF είναι το βασικό στοιχείο του μονοπατιού RAS-RAF, το οποίο εμπλέκεται στη διαδικασία φυσιολογικής κυτταρικής ανάπτυξης και επιβίωσης των κυττάρων. Ειδικότερα, οι μεταλλάξεις που «κλειδώνουν» την πρωτεΐνη BRAF σε μια ενεργή κατάσταση, ενδέχεται να προκαλούν υπερβολική σηματοδότηση του μονοπατιού, οδηγώντας σε ανεξέλεγκτη κυτταρική ανάπτυξη και επιβίωση, δηλαδή σε επέκταση της μεταστατικής νόσου και στη συνέχεια στο θάνατο.
Η βεμουραφενίμπη, ένα δια στόματος χορηγούμενο φάρμακο, έχει σχεδιαστεί ειδικά για να εμποδίζει τη δράση της μεταλλαγμένης πρωτεΐνης BRAF που εντοπίζεται περίπου στο 50% των ασθενών με μεταστατικό μελάνωμα. Η βεμουραφενίμπη έρχεται να καλύψει ένα σημαντικό θεραπευτικό κενό, καθώς βελτιώνει σημαντικά τη συνολική επιβίωση και την επιβίωση χωρίς εξέλιξη της νόσου σε σύγκριση με τη χημειοθεραπεία, στους ασθενείς που έχουν τη μετάλλαξη BRAF.
Παράλληλα, ένα υπό διερεύνηση διαγνωστικό τεστ κατέστησε εφικτή την ταχεία και ακριβή αναγνώριση των κατάλληλων ασθενών με θετικό στη μετάλλαξη BRAF μεταστατικό μελάνωμα. Ο συνδυασμός της στοχευμένης θεραπείας με το αντίστοιχο διαγνωστικό τεστ αποτελεί απτό παράδειγμα για το πώς η εξατομικευμένη θεραπεία αποτελεί πλέον πραγματικότητα για τους ασθενείς.
Τα ενθαρρυντικά αυτά νέα ανακοινώθηκαν στο Ετήσιο Συνέδριο της Αμερικανικής Εταιρείας Κλινικής Ογκολογίας (ASCO), που διεξήχθη στο Σικάγο των ΗΠΑ (3-7 Ιουνίου 2011). Στο συνέδριο παρουσιάστηκαν τα αποτελέσματα της BRIM3, μιας κλινικής μελέτης φάσης ΙΙΙ, στην οποία συμμετείχαν 675 ασθενείς. Η μελέτη έδειξε ότι ο κίνδυνος θανάτου μειώθηκε κατά 63% στους ασθενείς που έλαβαν βεμουραφενίμπη, σε σύγκριση με εκείνους που έλαβαν χημειοθεραπεία. Επιπλέον, η βεμουραφενίμπη μείωσε σημαντικά τον κίνδυνο εξέλιξης της νόσου κατά 74%, σε σύγκριση με την κλασική θεραπεία.
Σύμφωνα με τα δεδομένα της μελέτης, το ποσοστό των ασθενών που ανταποκρίθηκε στη θεραπεία με βεμουραφενίμπη και των οποίων ο όγκος συρρικνώθηκε ήταν περίπου 50% σε σχέση με μόλις 5% σε όσους έλαβαν χημειοθεραπεία. Τα αποτελέσματα αυτά οδήγησαν στην έγκριση του φαρμάκου από το FDA τον Αύγουστο του 2011. Αυτό συνιστά ένα σπουδαίο επίτευγμα στην αντιμετώπιση αυτής της τόσο θανατηφόρου νόσου και ανοίγει νέους ορίζοντες έρευνας για την καταπολέμηση της.
Στο ίδιο συνέδριο ανακοινώθηκαν και τα αποτελέσματα ενός άλλου φαρμάκου, της ιπιλιμουμάμπης, που ανήκει στην κατηγορία της ανοσοθεραπείας. Η δράση του είναι να αδρανοποιεί τα CTL-4 μονοκλωνικά αντισώματα και να ενεργοποιεί έτσι το Τ-λεμφοκύτταρο που μπορεί να αποτελέσει το κύτταρο-φονιά για τους κακοήθεις όγκους. Η σύγκριση του φαρμάκου αυτού με ένα εμβόλιο το gp-100 οδήγησε στην πρώτη μελέτη στο μελάνωμα που έδειξε αύξηση της συνολικής επιβίωσης των ασθενών με μεταστατική νόσο. Στη συνέχεια συγκρίθηκε ο συνδυασμός της ιπιλιμουμάμπης, με XΜΘ versus ΧΜΘ μόνη. Σύμφωνα με τη μελέτη οι ασθενείς που έλαβαν ιπιλιμουμάμπη μαζί με χημειοθεραπεία είχαν συνολική επιβίωση 11,2 μήνες, ενώ αυτοί που πήραν χημειοθεραπεία μαζί με εικονικό φάρμακο 9,1 μήνες (διαφορά στατιστικά σημαντική).
Τώρα σχεδιάζεται μελέτη συνδυασμού των 2 παραπάνω φαρμάκων, ώστε να βελτιωθούν ακόμη περισσότερο τα αποτελέσματα και να αυξηθεί η επιβίωση των ασθενών.
Σημειώνεται ότι ο Αμερικανικός Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) έχει δώσει έγκριση άδειας κυκλοφορίας και για τα 2 φάρμακα, ενώ η κυκλοφορία τους στην Ελλάδα αναμένεται μέσα στους επόμενους μήνες.
Το βέβαιο είναι ότι το μελάνωμα έχει μπει πλέον στην εποχή της μοριακής ογκολογίας και οι ελπίδες για μακροχρόνια επιβίωση, ακόμη και στη μεταστατική νόσο είναι ορατές.
Δημήτριος Μπαφαλούκος
Παθολόγος-Ογκολόγος
Καθηγητής Ογκολογίας ΤΕΙ Αθήνας
Διευθυντής Α’ Ογκολογικής Κλινικής Νοσοκομείου Metropolitan
Πρόεδρος Ελληνικής Εταιρείας Μελέτης Μελανώματος
Όταν το μελάνωμα διαγνωσθεί νωρίς, είναι γενικά μια θεραπεύσιμη νόσος. Ωστόσο, όταν εξαπλωθεί σε άλλα μέρη του σώματος, είναι η πιο θανατηφόρα και η πιο επιθετική μορφή καρκίνου του δέρματος. Με τις θεραπευτικές επιλογές να είναι μέχρι σήμερα ελάχιστες και περιορισμένης αποτελεσματικότητας, ένα άτομο με μεταστατικό μελάνωμα έχει κατά μέσο όρο προσδόκιμο ζωής, το οποίο μετράται σε λίγους μήνες (6-9 μήνες).
Το 2011 όμως απετέλεσε χρονιά-σταθμό γιατί ήταν η πρώτη φορά, μετά από 30 χρόνια πλέον, που φάνηκε φως στο βάθος του τούνελ στη θεραπεία του μελανώματος. Οι εξελίξεις στο πεδίο της εξατομικευμένης θεραπείας και της ανοσοθεραπείας προσφέρουν νέα αποτελεσματικά όπλα στην ιατρική και ελπίδες στους ασθενείς. Οι επιστήμονες έχουν στη διάθεση τους νέα διαγνωστικά εργαλεία με τα οποία μπορούν να κατατάξουν τους ασθενείς σε υποομάδες και στη συνέχεια να χορηγήσουν την κατάλληλη θεραπεία.
Η μεγάλη πρόοδος σήμερα οφείλεται στην αποσαφήνιση του μηχανισμού ενεργοποίησης της μεταστατικής οδού μέσω του μεταλλαγμένου BRAF. Η πρωτεΐνη BRAF είναι το βασικό στοιχείο του μονοπατιού RAS-RAF, το οποίο εμπλέκεται στη διαδικασία φυσιολογικής κυτταρικής ανάπτυξης και επιβίωσης των κυττάρων. Ειδικότερα, οι μεταλλάξεις που «κλειδώνουν» την πρωτεΐνη BRAF σε μια ενεργή κατάσταση, ενδέχεται να προκαλούν υπερβολική σηματοδότηση του μονοπατιού, οδηγώντας σε ανεξέλεγκτη κυτταρική ανάπτυξη και επιβίωση, δηλαδή σε επέκταση της μεταστατικής νόσου και στη συνέχεια στο θάνατο.
Η βεμουραφενίμπη, ένα δια στόματος χορηγούμενο φάρμακο, έχει σχεδιαστεί ειδικά για να εμποδίζει τη δράση της μεταλλαγμένης πρωτεΐνης BRAF που εντοπίζεται περίπου στο 50% των ασθενών με μεταστατικό μελάνωμα. Η βεμουραφενίμπη έρχεται να καλύψει ένα σημαντικό θεραπευτικό κενό, καθώς βελτιώνει σημαντικά τη συνολική επιβίωση και την επιβίωση χωρίς εξέλιξη της νόσου σε σύγκριση με τη χημειοθεραπεία, στους ασθενείς που έχουν τη μετάλλαξη BRAF.
Παράλληλα, ένα υπό διερεύνηση διαγνωστικό τεστ κατέστησε εφικτή την ταχεία και ακριβή αναγνώριση των κατάλληλων ασθενών με θετικό στη μετάλλαξη BRAF μεταστατικό μελάνωμα. Ο συνδυασμός της στοχευμένης θεραπείας με το αντίστοιχο διαγνωστικό τεστ αποτελεί απτό παράδειγμα για το πώς η εξατομικευμένη θεραπεία αποτελεί πλέον πραγματικότητα για τους ασθενείς.
Τα ενθαρρυντικά αυτά νέα ανακοινώθηκαν στο Ετήσιο Συνέδριο της Αμερικανικής Εταιρείας Κλινικής Ογκολογίας (ASCO), που διεξήχθη στο Σικάγο των ΗΠΑ (3-7 Ιουνίου 2011). Στο συνέδριο παρουσιάστηκαν τα αποτελέσματα της BRIM3, μιας κλινικής μελέτης φάσης ΙΙΙ, στην οποία συμμετείχαν 675 ασθενείς. Η μελέτη έδειξε ότι ο κίνδυνος θανάτου μειώθηκε κατά 63% στους ασθενείς που έλαβαν βεμουραφενίμπη, σε σύγκριση με εκείνους που έλαβαν χημειοθεραπεία. Επιπλέον, η βεμουραφενίμπη μείωσε σημαντικά τον κίνδυνο εξέλιξης της νόσου κατά 74%, σε σύγκριση με την κλασική θεραπεία.
Σύμφωνα με τα δεδομένα της μελέτης, το ποσοστό των ασθενών που ανταποκρίθηκε στη θεραπεία με βεμουραφενίμπη και των οποίων ο όγκος συρρικνώθηκε ήταν περίπου 50% σε σχέση με μόλις 5% σε όσους έλαβαν χημειοθεραπεία. Τα αποτελέσματα αυτά οδήγησαν στην έγκριση του φαρμάκου από το FDA τον Αύγουστο του 2011. Αυτό συνιστά ένα σπουδαίο επίτευγμα στην αντιμετώπιση αυτής της τόσο θανατηφόρου νόσου και ανοίγει νέους ορίζοντες έρευνας για την καταπολέμηση της.
Στο ίδιο συνέδριο ανακοινώθηκαν και τα αποτελέσματα ενός άλλου φαρμάκου, της ιπιλιμουμάμπης, που ανήκει στην κατηγορία της ανοσοθεραπείας. Η δράση του είναι να αδρανοποιεί τα CTL-4 μονοκλωνικά αντισώματα και να ενεργοποιεί έτσι το Τ-λεμφοκύτταρο που μπορεί να αποτελέσει το κύτταρο-φονιά για τους κακοήθεις όγκους. Η σύγκριση του φαρμάκου αυτού με ένα εμβόλιο το gp-100 οδήγησε στην πρώτη μελέτη στο μελάνωμα που έδειξε αύξηση της συνολικής επιβίωσης των ασθενών με μεταστατική νόσο. Στη συνέχεια συγκρίθηκε ο συνδυασμός της ιπιλιμουμάμπης, με XΜΘ versus ΧΜΘ μόνη. Σύμφωνα με τη μελέτη οι ασθενείς που έλαβαν ιπιλιμουμάμπη μαζί με χημειοθεραπεία είχαν συνολική επιβίωση 11,2 μήνες, ενώ αυτοί που πήραν χημειοθεραπεία μαζί με εικονικό φάρμακο 9,1 μήνες (διαφορά στατιστικά σημαντική).
Τώρα σχεδιάζεται μελέτη συνδυασμού των 2 παραπάνω φαρμάκων, ώστε να βελτιωθούν ακόμη περισσότερο τα αποτελέσματα και να αυξηθεί η επιβίωση των ασθενών.
Σημειώνεται ότι ο Αμερικανικός Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) έχει δώσει έγκριση άδειας κυκλοφορίας και για τα 2 φάρμακα, ενώ η κυκλοφορία τους στην Ελλάδα αναμένεται μέσα στους επόμενους μήνες.
Το βέβαιο είναι ότι το μελάνωμα έχει μπει πλέον στην εποχή της μοριακής ογκολογίας και οι ελπίδες για μακροχρόνια επιβίωση, ακόμη και στη μεταστατική νόσο είναι ορατές.
Δημήτριος Μπαφαλούκος
Παθολόγος-Ογκολόγος
Καθηγητής Ογκολογίας ΤΕΙ Αθήνας
Διευθυντής Α’ Ογκολογικής Κλινικής Νοσοκομείου Metropolitan
Πρόεδρος Ελληνικής Εταιρείας Μελέτης Μελανώματος