Τι είναι ομοφυλοφιλία;
Η ομοφυλοφιλία αναφέρεται στη σεξουαλική έλξη για άτομα του ίδιου φύλου. Ο ομοφυλόφιλος άνδρας ή γυναίκα επιθυμεί να εκφράσει τα ερωτικά του συναισθήματα, έλκεται σεξουαλικά, φαντασιώνει και αντλεί σωματική ικανοποίηση από σύντροφο του ίδιου φύλου.
Το 1973 η Αμερικάνικη Ψυχιατρική Εταιρία δεν συμπεριέλαβε την ομοφυλοφιλία στην τρίτη έκδοση του διαγνωστικού και στατιστικού εγχειριδίου των ψυχικών διαταραχών (DSM-III) και το 1980 σταμάτησε να αναφέρεται στο διαγνωστικό στατιστικό εγχειρίδιο των Ηνωμένων Πολιτειών. Η ομοφυλοφιλία δεν είναι ψυχική διαταραχή και δεν υπάγεται στα κριτήρια ψυχικής διάγνωσης που χρειάζεται θεραπεία.
Υπάρχουν αντιφατικές προσεγγίσεις ως προς τον πραγματικό αριθμό των ομοφυλόφιλων σε όλο τον κόσμο. Σαφείς αποδείξεις που να καταγράφουν το πόσο τις εκατό του γενικού πληθυσμού έχουν ομοφυλοφιλική σεξουαλική προτίμηση δεν αποτελούν ισχυρό επιστημονικό δεδομένο, ενώ είναι γεγονός ότι ο αριθμός αυτός επηρεάζεται από έρευνα σε έρευνα, ακόμη και από τη χώρα που γίνεται η συγκεκριμένη εκτίμηση, καθώς και τις αντιλήψεις που επικρατούν στο συγκεκριμένο κοινωνικό πληθυσμό. Ας μη ξεχνάμε ότι πέρα από την ομοφυλοφιλία υπάρχει ένα μικρό ποσοστό ανθρώπων που έλκονται σεξουαλικά από άτομα και των δύο φύλων. Το φαινόμενο αυτό ορίζεται ως αμφισεξουαλικός προσανατολισμός. Αξίζει να σημειώσουμε ότι στην αμφισεξουαλικότητα σπάνια συμβαίνει το άτομο να αισθάνεται το ίδιο έντονα την έλξη και από τα δύο φύλα. Συνήθως επικρατεί η προτίμηση προς το ίδιο φύλο.
Μελέτες όπως αναφέρονται στο Synopsis of Psychiatry - 10η έκδοση του 2007 αναφέρουν ότι η ομοφυλοφιλία κυμαίνεται από 2-4% του πληθυσμού. Έρευνες που έγιναν από τον Kinsey το 1948, το 1953 και το 1979, υποστηρίζουν την άποψη ότι το 10% του πληθυσμού εκφράζεται σεξουαλικά ομοφυλόφιλα για τουλάχιστον 3 χρόνια στη ζωή τους, ηλικίες 16-55 χρονών, ενώ το 4% ήταν αποκλειστικά ομοφυλόφιλοι σε όλη τη διάρκεια της ζωής τους. Στη μελέτη αυτή υποστηρίχθηκε και η άποψη ότι το 37% των ομοφυλόφιλων αντρών είχε τουλάχιστον μία ομοφυλοφιλική εμπειρία που οδήγησε σε οργασμό. Για τις γυναίκες αντίστοιχα μέχρι την ηλικία των 40 χρόνων το 19% είχε εμπειρία με ερωτικές συντρόφους του ίδιου φύλου, αλλά μόνο το 2-3% των γυναικών ήταν αποκλειστικά ομοφυλόφιλες καθόλη τη διάρκεια της ζωής τους. Στην ίδια μελέτη του Kinsey το 56% που είχε χαρακτηριστεί ως λεσβίες, είχαν ετεροφυλοφιλική σεξουαλική εμπειρία πριν αναπτύξουν την πρώτη τους ομοφυλόφιλη δραστηριότητα, ενώ για τους άντρες ομοφυλόφιλους το 19% των γκέι είχαν για πρώτη σεξουαλική επαφή ετεροφυλοφιλική. Ακόμη, σχεδόν το 40% των λεσβιών είχαν ετεροφυλοφιλική επαφή τον πρώτο χρόνο που διαπίστωσαν την ομοφυλοφιλική τους επικράτηση.
Η ομοφυλοφιλία και η αμφιφυλοφιλία που ξεκίνησε ως μία ανατρεπτική σεξουαλικότητα και διώχθηκε ανά τους αιώνες, ιστορικά με διαπολιτισμικές και θρησκευτικές ιδιαιτερότητες, αλλά και ακόμη από την ίδια την ψυχιατρική με αρκετή θεραπευτική βαρβαρότητα και τιμωρητική εμμονή ψυχιατρικών δογμάτων κάτω από κοινωνικές και δογματικές αντιλήψεις, φαίνεται να υπάρχει σε όλες τις ανθρώπινες κοινωνίες. Πράγματι, θεωρείται ένα δύσκολο κεφάλαιο της ανθρώπινης σεξουαλικότητας με πολλούς διώκτες, αλλά και υποστηρικτές. Είναι εκείνοι που θεωρούν τη συγκεκριμένη συμπεριφορά ως αρρώστια, αδυναμία και κατάρα της ανθρώπινης φυλής, που και μόνο στο άκουσμά της αντιδρούν με θυμό και δογματισμό, αλλά είναι και εκείνοι που τη θεωρούν μία πραγματική υπαρκτή εικόνα της σημερινής κοινωνίας μας.
Από το βιβλίο 100 ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ & ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΓΟΝΙΟ, ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΚΑΙ ΤΟΝ ΕΦΗΒΟ
Υπό την επιστημονική επιμέλεια του Ινστιτούτου Ψυχικής και Σεξουαλικής Υγείας
Το 1973 η Αμερικάνικη Ψυχιατρική Εταιρία δεν συμπεριέλαβε την ομοφυλοφιλία στην τρίτη έκδοση του διαγνωστικού και στατιστικού εγχειριδίου των ψυχικών διαταραχών (DSM-III) και το 1980 σταμάτησε να αναφέρεται στο διαγνωστικό στατιστικό εγχειρίδιο των Ηνωμένων Πολιτειών. Η ομοφυλοφιλία δεν είναι ψυχική διαταραχή και δεν υπάγεται στα κριτήρια ψυχικής διάγνωσης που χρειάζεται θεραπεία.
Υπάρχουν αντιφατικές προσεγγίσεις ως προς τον πραγματικό αριθμό των ομοφυλόφιλων σε όλο τον κόσμο. Σαφείς αποδείξεις που να καταγράφουν το πόσο τις εκατό του γενικού πληθυσμού έχουν ομοφυλοφιλική σεξουαλική προτίμηση δεν αποτελούν ισχυρό επιστημονικό δεδομένο, ενώ είναι γεγονός ότι ο αριθμός αυτός επηρεάζεται από έρευνα σε έρευνα, ακόμη και από τη χώρα που γίνεται η συγκεκριμένη εκτίμηση, καθώς και τις αντιλήψεις που επικρατούν στο συγκεκριμένο κοινωνικό πληθυσμό. Ας μη ξεχνάμε ότι πέρα από την ομοφυλοφιλία υπάρχει ένα μικρό ποσοστό ανθρώπων που έλκονται σεξουαλικά από άτομα και των δύο φύλων. Το φαινόμενο αυτό ορίζεται ως αμφισεξουαλικός προσανατολισμός. Αξίζει να σημειώσουμε ότι στην αμφισεξουαλικότητα σπάνια συμβαίνει το άτομο να αισθάνεται το ίδιο έντονα την έλξη και από τα δύο φύλα. Συνήθως επικρατεί η προτίμηση προς το ίδιο φύλο.
Μελέτες όπως αναφέρονται στο Synopsis of Psychiatry - 10η έκδοση του 2007 αναφέρουν ότι η ομοφυλοφιλία κυμαίνεται από 2-4% του πληθυσμού. Έρευνες που έγιναν από τον Kinsey το 1948, το 1953 και το 1979, υποστηρίζουν την άποψη ότι το 10% του πληθυσμού εκφράζεται σεξουαλικά ομοφυλόφιλα για τουλάχιστον 3 χρόνια στη ζωή τους, ηλικίες 16-55 χρονών, ενώ το 4% ήταν αποκλειστικά ομοφυλόφιλοι σε όλη τη διάρκεια της ζωής τους. Στη μελέτη αυτή υποστηρίχθηκε και η άποψη ότι το 37% των ομοφυλόφιλων αντρών είχε τουλάχιστον μία ομοφυλοφιλική εμπειρία που οδήγησε σε οργασμό. Για τις γυναίκες αντίστοιχα μέχρι την ηλικία των 40 χρόνων το 19% είχε εμπειρία με ερωτικές συντρόφους του ίδιου φύλου, αλλά μόνο το 2-3% των γυναικών ήταν αποκλειστικά ομοφυλόφιλες καθόλη τη διάρκεια της ζωής τους. Στην ίδια μελέτη του Kinsey το 56% που είχε χαρακτηριστεί ως λεσβίες, είχαν ετεροφυλοφιλική σεξουαλική εμπειρία πριν αναπτύξουν την πρώτη τους ομοφυλόφιλη δραστηριότητα, ενώ για τους άντρες ομοφυλόφιλους το 19% των γκέι είχαν για πρώτη σεξουαλική επαφή ετεροφυλοφιλική. Ακόμη, σχεδόν το 40% των λεσβιών είχαν ετεροφυλοφιλική επαφή τον πρώτο χρόνο που διαπίστωσαν την ομοφυλοφιλική τους επικράτηση.
Η ομοφυλοφιλία και η αμφιφυλοφιλία που ξεκίνησε ως μία ανατρεπτική σεξουαλικότητα και διώχθηκε ανά τους αιώνες, ιστορικά με διαπολιτισμικές και θρησκευτικές ιδιαιτερότητες, αλλά και ακόμη από την ίδια την ψυχιατρική με αρκετή θεραπευτική βαρβαρότητα και τιμωρητική εμμονή ψυχιατρικών δογμάτων κάτω από κοινωνικές και δογματικές αντιλήψεις, φαίνεται να υπάρχει σε όλες τις ανθρώπινες κοινωνίες. Πράγματι, θεωρείται ένα δύσκολο κεφάλαιο της ανθρώπινης σεξουαλικότητας με πολλούς διώκτες, αλλά και υποστηρικτές. Είναι εκείνοι που θεωρούν τη συγκεκριμένη συμπεριφορά ως αρρώστια, αδυναμία και κατάρα της ανθρώπινης φυλής, που και μόνο στο άκουσμά της αντιδρούν με θυμό και δογματισμό, αλλά είναι και εκείνοι που τη θεωρούν μία πραγματική υπαρκτή εικόνα της σημερινής κοινωνίας μας.
Από το βιβλίο 100 ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ & ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΓΟΝΙΟ, ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΚΑΙ ΤΟΝ ΕΦΗΒΟ
Υπό την επιστημονική επιμέλεια του Ινστιτούτου Ψυχικής και Σεξουαλικής Υγείας