Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΓΚΡΙΝΕΙ ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΡΕΥΜΑΤΟΕΙΔΗ ΑΡΘΡΙΤΙΔΑ


Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε μία νέα ένδειξη για την αμπατασέπτη, σε συνδυασμό με μεθοτρεξάτη (ΜΤΧ), για τη θεραπεία μέτριας έως σοβαρής ενεργού ρευματοειδούς αρθρίτιδας (ΡΑ) σε ενηλίκους ασθενείς που έχουν ανταποκριθεί ανεπαρκώς σε παλαιότερη θεραπεία με ένα ή περισσότερα τροποποιητικά της νόσου αντιρρευματικά φάρμακα (DMARD), συμπεριλαμβανομένων της MTX ή των αναστολέων του TNF-α.i

«Πρόκειται για μία ιδιαίτερα ευπρόσδεκτη απόφαση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία, δυνητικά, θα έχει θετική επίδραση στις θεραπευτικές εκβάσεις για ασθενείς με ΡΑ που έχουν ήδη παρουσιάσει ανεπαρκή ανταπόκριση σε ένα πρώτο DMARD», δήλωσε η Δρ. Manuela Le Bars, Ιατρική Διευθύντρια Ανοσοεπιστήμης της Bristol-Myers Squibb για την Ευρώπη. «Υπάρχει ένα ολοένα αυξανόμενο σύνολο στοιχείων που δείχνουν ότι η νωρίτερη χρήση της αμπατασέπτης ενδέχεται να αποφέρει σημαντικά οφέλη για τους ασθενείς –τόσο ως προς τη βραχυχρόνια όσο και ως προς τη μακροχρόνια αποτελεσματικότητα. Η εν λόγω νέα ένδειξη συνεπάγεται ότι οι ασθενείς ενδέχεται να μπορέσουν να ωφεληθούν νωρίτερα από τις σταδιακές βελτιώσεις της λειτουργικότητας και της ποιότητας ζωής που παρέχει η αμπατασέπτη».

Η αμπατασέπτη πιθανώς παρέχει σημαντική βραχυχρόνια και μακροχρόνια αποτελεσματικότητα
Η έγκριση της αμπατασέπτης ως βιολογικού παράγοντα πρώτης γραμμής μετά από ανεπαρκή ανταπόκριση σε DMARD υποστηρίχθηκε από τα δεδομένα μίας ανοικτής μελέτης διάρκειας δύο ετών από μία δοκιμή σε ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα οι οποίοι δεν είχαν λάβει μεθοτρεξάτη (MTX) στο παρελθόν (AGREE), καθώς και από τα μακροχρόνια δεδομένα ανοικτής φάσης από το κύριο πρόγραμμα κλινικών μελετών της ΡΑ σε ασθενείς ανεπαρκώς ανταποκρινόμενους (IR) σε MTX (AIM, ATTEST, καθώς και μία μελέτη Φάσης IIb) καθώς ασθενείς ανεπαρκώς ανταποκρινόμενους σε αντι-TNF (ATTAIN και ARRIVE). Τα δεδομένα αυτά δείχνουν ότι η αμπατασέπτη μπορεί να παρέχει βελτιωμένη έκβαση όσον αφορά τη βραχυπρόθεσμη αποτελεσματικότηταii,iii,iv,v καθώς και συνεχή και διατηρούμενη αποτελεσματικότητα μακροπρόθεσμα (έως και για επτά έτη, όπως καταδείχθηκε στη μελέτη Φάσης IIb) όταν χρησιμοποιείται μαζί με MTX νωρίτερα κατά τη θεραπεία της ΡΑ.vi Επιπρόσθετα, στη μελέτη AIM καταδείχθηκε διατηρούμενη μείωση του ποσοστού εξέλιξης της δομικής βλάβης έως και για πέντε έτη.vii
Στη μελέτη AGREE σε ασθενείς που δεν είχαν λάβει MTX στο παρελθόν, το 53% των ασθενών με ΡΑ που δεν είχαν λάβει στο παρελθόν θεραπεία με DMARD και έλαβαν ακολούθως αμπατασέπτη μαζί με MTX (n=256) πέτυχαν ACR50* στους έξι μήνες, σε σύγκριση με το 38% των ασθενών που έλαβαν εικονικό φάρμακο μαζί με MTX (n=253) (p<0.001)viii

Στη μελέτη AIM σε ασθενείς ανεπαρκώς ανταποκρινόμενους σε MTX, το 40% των ασθενών με ΡΑ που είχαν εμφανίσει ανεπαρκή ανταπόκριση στη μονοθεραπεία με MTX και έλαβαν ακολούθως αμπατασέπτη μαζί με MTX (n=424) πέτυχαν ACR50 στους έξι μήνες, σε σύγκριση με το 17% των ασθενών που έλαβαν εικονικό φάρμακο μαζί με MTX (n=214) (p<0.001)ix
Στη μελέτη ATTAIN σε ασθενείς ανεπαρκώς ανταποκρινόμενους σε αναστολείς του TNF, το 20% των ασθενών με ΡΑ που είχαν εμφανίζει ανεπαρκή ανταπόκριση σε αναστολείς του TNF και έλαβαν ακολούθως αμπατασέπτη μαζί με DMARD (n=256) πέτυχαν ACR50 στους έξι μήνες, σε σύγκριση με το 4% των ασθενών που έλαβαν εικονικό φάρμακο μαζί με DMARD (n=133) (p<0.001)x


Η μελέτη ATTEST

Στη μελέτη ATTEST, η οποία ήταν μία τυχαιοποιημένη, διπλά τυφλή μελέτη εκτίμησης της αποτελεσματικότητας και ασφάλειας της αμπατασέπτης ή της ινφλιξιμάμπης έναντι εικονικού φαρμάκου σε ασθενείς ανεπαρκώς ανταποκρινόμενους σε MTX, καταδείχθηκε ότι η αποτελεσματικότητα της αμπατασέπτης και της ινφλιξιμάμπης έναντι του εικονικού φαρμάκου ήταν παρόμοια στους έξι μήνες. Περαιτέρω βελτίωση παρατηρήθηκε με την αμπατασέπτη στους 12 μήνες. Στους έξι μήνες, η επίπτωση λοιμώξεων ήταν 48,1% (75), 52,1% (86) και 51,8% (57) και η επίπτωση λοιμώξεων ήταν 1,3% (2), 4,2% (7) και 2,7% (3) για τις ομάδες της αμπατασέπτης, της ινφλιξιμάμπης και του εικονικού φαρμάκου, αντίστοιχα. Στους 12 μήνες, η επίπτωση λοιμώξεων ήταν 59,6% (93), 68,5 (113) και η επίπτωση λοιμώξεων ήταν 1,9% (3) και 8,5% (14) για τις ομάδες της αμπατασέπτης και της ινφλιξιμάμπης, αντίστοιχα. Στους ασθενείς οι οποίοι ελάμβαναν αρχικά ινφλιξιμάμπη και στη συνέχεια μετέβησαν σε αμπατασέπτη, η μείωση στη μέση Βαθμολογία Δραστηριότητας της Νόσου (DAS28)† από την έναρξη ήταν 3,29 την ημέρα 729 και 2,48 την ημέρα 365.

«Ο στόχος της θεραπείας στη ΡΑ είναι ο έλεγχος τη νόσου από όλες τις πλευρές», δήλωσε η Δρ. René Westhovens, του Πανεπιστημίου του Leuven στο Βέλγιο. «Όπως και άλλα DMARD, η αμπατασέπτη έχει τη δυνατότητα να βοηθήσει τους ασθενείς να επιτύχουν κατάσταση ύφεσης. Η διεύρυνση της ένδειξης της αμπατασέπτης σε πιο πρώιμης γραμμής θεραπεία της ΡΑ αποτελεί μέρος της ευρύτερης εξέλιξης στην αντιμετώπιση της ΡΑ που θα μας επιτρέψει να επιβραδύνουμε την εξέλιξη της νόσου ολοένα και περισσότερο.»


* Το ACR είναι μέτρο του Αμερικανικού Κολλεγίου Ρευματολογίας για την αποτελεσματικότητα της θεραπείας. ACR50 σημαίνει βελτίωση 50% στον αριθμό των επώδυνων και πρησμένων αρθρώσεων, καθώς και σε πέντε ακόμη παραμέτρους που χρησιμοποιούνται για την αξιολόγηση της νόσου.

†Η Βαθμολογία Δραστηριότητας της Νόσου (DAS) είναι ένας συνδυασμένος δείκτης που αναπτύχθηκε για τη μέτρηση της δραστηριότητας της νόσου σε ασθενείς με Ρευματοειδή Αρθρίτιδα (ΡΑ). Το DAS28 αναφέρεται στην αξιολόγηση της δραστηριότητας της νόσου η οποία βασίζεται στην ανάλυση 28 αρθρώσεων όσον αφορά στο οίδημα και την ευαισθησία.


Προφίλ ασφάλειας της αμπατασέπτης
Το προφίλ ασφάλειας της αμπατασέπτης έχει μελετηθεί σε πάνω από 11.658 ασθενείς-έτη και έχει παραμείνει σταθερό έως και για επτά έτη.xi,xii,xiii

Στις διπλά τυφλές και ανοικτές κλινικές μελέτες στους 4.149 ασθενείς που έλαβαν αμπατασέπτη κατά τη διάρκεια αυτών των 11.658 ασθενών-ετών, η επίπτωση σοβαρών λοιμώξεων ήταν 2,87 ανά 100 ασθενείς-έτη, ενώ η ετήσια επίπτωση παρέμεινε σταθερή. Η επίπτωση κακοηθειών ήταν 1,43 ανά 100 ασθενείς-έτη, ενώ η ετήσια επίπτωση παρέμεινε επίσης σταθερή. Η επίπτωση ήταν σύμφωνη με αυτή που αναμενόταν για ένα πληθυσμό με ΡΑ με παρόμοια χαρακτηριστικά ως προς την ηλικία και το φύλο. Η επίπτωση αυτοάνοσων διαταραχών επίσης παρέμεινε σταθερή με την πάροδο του χρόνου, ενώ η πιο συχνή αυτοάνοση διαταραχή ήταν η ψωρίαση ήπιας έως μέτριας μορφής.

Τα φαρμακευτικά προϊόντα που επενεργούν στο ανοσοποιητικό σύστημα, συμπεριλαμβανομένου της αμπατασέπτης, ενδεχομένως επηρεάζουν τις άμυνες του ξενιστή έναντι λοιμώξεων και κακοηθειών, καθώς και την ανταπόκριση σε εμβολιασμό.

Σοβαρές λοιμώξεις, οι οποίες είναι τουλάχιστον πιθανόν να σχετίζονται με τη θεραπεία, αναφέρθηκαν στο 1,8% των ασθενών που έλαβαν αμπατασέπτη και στο 1,0% των ασθενών που δεν έλαβαν αμπατασέπτη (ασθενείς υπό εικονικό φάρμακο). Ορισμένες από αυτές τις λοιμώξεις ήταν θανατηφόρες. Πριν από τη θεραπεία και κατά τη διάρκεια αυτής είναι απαραίτητη η αξιολόγηση και η παρακολούθηση των ασθενών αναφορικά με τον κίνδυνο λοιμώξεων. Στις ελεγχόμενες με εικονικό φάρμακο κλινικές μελέτες, η συχνότητα εμφάνισης κακοηθειών με αμπατασέπτη ήταν 1,4% και με εικονικό φάρμακο 1,1%.

Η αμπατασέπτη όπως και άλλοι βιολογικοί παράγοντες, αντενδείκνυται σε ασθενείς με σοβαρές και μη ελεγχόμενες λοιμώξεις, όπως σήψη και ευκαιριακές λοιμώξεις, καθώς και σε ασθενείς με υπερευαισθησία στη δραστική ουσία ή σε κάποιο από τα έκδοχα. Οι αναφορές για αλλεργικές αντιδράσεις με την αμπατασέπτη δεν ήταν συχνές στις κλινικές δοκιμές στις οποίες δεν απαιτείτο να έχει χορηγηθεί στους ασθενείς εκ των προτέρων θεραπεία για την πρόληψη αλλεργικών αντιδράσεων. Στην περίπτωση εκδήλωσης οποιασδήποτε σοβαρής αλλεργικής/αναφυλακτικής αντίδρασης, η χορήγηση αμπατασέπτης θα πρέπει να διακόπτεται.xiv,xv



ρευματοειδη αρθριτιδαΣχετικά με τη ρευματοειδή αρθρίτιδα
Η ΡΑ είναι μία συστηματική, χρόνια, αυτοάνοση νόσος που χαρακτηρίζεται από φλεγμονή στην επένδυση των αρθρώσεων (αρθρικός υμένας) και προκαλεί αρθρική βλάβη με χρόνιο άλγος, δυσκαμψία και οίδημα. Η ΡΑ προκαλεί περιορισμό στο εύρος των κινήσεων και μείωση της λειτουργικότητας εξαιτίας της απώλειας του σχήματος και της ευθυγράμμισης των προσβεβλημένων αρθρώσεων. Η ΡΑ μπορεί να προσβάλλει έως και 7 εκατομμύρια άτομα στην Ευρώπη.xvi,xvii


Σχετικά με την αμπατασέπτη

Η αμπατασέπτη είναι ένας εκλεκτικός τροποποιητής της συνδιέγερσης της ενεργοποίησης των Τ κυττάρων. Η αμπατασέπτη έχει σχεδιαστεί για να προλαμβάνεται η πλήρης ενεργοποίηση των Τ-κυττάρων και να αναστέλλεται η απελευθέρωση των χημικών ουσιών που οδηγούν σε φλεγμονή και φθορά των αρθρώσεων, όπως παρατηρείται στη ΡΑ xviii,xix,xx,xxi και την πΝΙΑ.xxii

Η αμπατασέπτη είναι ο πρώτος βιολογικός παράγοντας που ανακαλύφθηκε και αναπτύχθηκε στα ερευνητικά κέντρα της Bristol-Myers Squibb και εγκρίθηκε για πρώτη φορά για ΡΑ σε ενηλίκους το Μάιο του 2007 από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Η αμπατασέπτη σε συνδυασμό με MTX ενδείκνυται για τη θεραπεία της μέτριας έως σοβαρής ενεργού ΡΑ σε ενηλίκους ασθενείς που παρουσίασαν ανεπαρκή ανταπόκριση σε παλαιότερη θεραπεία με ένα ή περισσότερα DMARD, συμπεριλαμβανομένης της ΜΤΧ ή των αναστολέων του TNF-α. Κατά τη διάρκεια συνδυασμένης θεραπείας με αμπατασέπτη και ΜΤΧ έχει καταδειχθεί καθυστέρηση της εξέλιξης της αρθρικής βλάβης και βελτίωση της σωματικής λειτουργικότητας.

Η αμπατασέπτη σε συνδυασμό με MTX ενδείκνυται ακόμη για τη θεραπεία της μέτριας έως σοβαρής ενεργού πολυαρθρικής Νεανικής Ιδιοπαθούς Αρθρίτιδας σε παιδιατρικούς ασθενείς ηλικίας έξι ετών και άνω, οι οποίοι παρουσίασαν ανεπαρκή ανταπόκριση σε άλλα DMARD, συμπεριλαμβανομένου τουλάχιστον ενός αναστολέα του TNF. Η αμπατασέπτη δεν έχει μελετηθεί σε παιδιά ηλικίας κάτω των έξι ετών.




    Στην κορυφή